Η Θεοφανία Ανδρονίκου Βασιλάκη μας μιλά για τα βιβλία, για τη χαρά της συγγραφής, την τεχνική και την δομή των ηρώων της, μέσα από την κουβέντα μας για το νέο της βιβλίο «Μαύροι Κύκνοι».
Σας συναντούμε για τρίτη συνεχή φορά στο χώρο του αστυνομικού μυθιστορήματος με το νέο σας βιβλίο «Μαύροι κύκνοι», έπειτα από χιουμοριστικά, μεταφυσικά και ιστορικά βιβλία τα οποία έχετε εκδώσει. Πιστεύετε ότι βρήκατε που ανήκετε συγγραφικά;
Νομίζω ότι έχει να κάνει με την συγκεκριμένη περίοδο της ζωή μου. Τα τελευταία χρόνια με ιντριγκάρει το μυστήριο, το κυνήγι της λύσης ενός μυστηρίου.
Τι αλλάζει κάθε φορά σε σχέση με το είδος του βιβλίου που γράφετε;
Η διάθεση μου. Αν έχω την ανάγκη να … ξεδώσω, να χαρώ, να γελάσω θα γράψω ένα χιουμοριστικό βιβλίο, αν πάλι θέλω να χαθώ στην έρευνα και την ιστορία, θα γράψω ιστορικό. Το αστυνομικό είδος είναι τελείως διαφορετικό από όλα, καθώς πρέπει να «κεντηθεί» για να είναι άρτιο.
Το καταφέρατε με τους «Μαύρους Κύκνους»;
Πιστεύω πως ναι. Με άφησε πολλές νύχτες άυπνη η συγγραφή του, η ολοκλήρωση του παζλ της ιστορίας και των ηρώων του.
Μιλήστε μας λίγο για την υπόθεση του;
Μια ελληνική οικογένεια ταξιδεύει σε ένα γραφικό χωριό της Βαυαρίας προκειμένου να παραστεί στο γάμο της μικρής κόρης του ζευγαριού με έναν ελληνογερμανό. Μαζί τους βρίσκεται και η ξαδέλφη της της, η Ιόλη η οποία είναι ελληνίδα αστυνομικός. Το πρωί του γάμου βρίσκεται στην λίμνη του Τέγκερνζι το πτώμα μιας κοπέλας και δίπλα της επιπλέει ένα νυφικό. Από εκεί ξεκινούν όλα….
Πως αποφασίσατε να τοποθετήσετε το σκηνικό του βιβλίου σας σε ένα μέρος σχετικά άγνωστο στο ελληνικό κοινό;
Η έμπνευση ήρθε έπειτα από ένα ταξίδι μου στο Τέγκερνζι για επαγγελματικούς λόγους και η αλήθεια είναι πως μαγεύτηκα από το τοπίο, την αρχιτεκτονική, αλλά και το … μαγικό ραβδί του χιονιού που είχε στολίσει παραμυθένια εκείνον τον τόπο. Σκέφτηκα λοιπόν, ότι αυτή η εμπειρία μου δεν πρέπει να μείνει μόνο στην ψυχή και στο μυαλό μου, αλλά να την μοιραστώ και με τους αναγνώστες μου.
Έχετε ταυτιστεί με κάποιον ήρωα ή κάποια ηρωίδα σας;
Πολλοί από τους ήρωες μου «κουβαλούν» κομμάτια από την προσωπικότητα μου, τις απόψεις μου, τον τρόπο που εγώ η ίδια αντιλαμβάνομαι τον κόσμο.
Δεν γράφετε «πάνω» σε έναν άνθρωπο που γνωρίζετε;
Όχι, δημιουργώ τους δικούς μου χαρακτήρες, φυσικά επηρεασμένη από ανθρώπους που γνωρίζω και συναντώ, που συναναστρέφομαι, αλλά όχι πάνω σε κάποιον από αυτούς.
Σε πολλά βιβλία συναντάμε ήρωες εξιδανικευμένους, από άλλο κόσμο που είναι σε όλα τους άρτιοι. Τι γνώμη έχετε γι αυτό;
Θα μιλήσω για μένα και θα σας πω ότι όλοι μου οι χαρακτήρες, ακόμη και οι «κομπάρσοι» θα μου επιτρέψετε να πω, είναι δομημένοι από την ημέρα που γεννιούνται ώσπου να βρεθούν στον τόπο και τον χρόνο που θα τους τοποθετήσω. Γράφω για αληθινούς ανθρώπους, όπου ο καθένας κουβαλά τα φορτία του, τις πληγές του, τα καλά, τα κακά, τα συμπλέγματα του, τους ψυχαναγκασμούς, τα πάντα.
Αυτό απαιτεί αρκετό χρόνο και δουλειά
Ναι, αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Προσδοκώ ο αναγνώστης στον οποίο απευθύνομαι να ζει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου την αλήθεια, να νιώθει ότι γνωρίζει τους ανθρώπους για τους οποίους διαβάζει. Μοιάζουν με τον διπλανό τους, με έναν γείτονα, με έναν εραστή. Να είναι αληθινοί.
Πόσο καιρό κάνετε να γράψετε ένα ακόμη μυθιστόρημα; Τι ώρες γράφετε; Έχετε κάποιο ιδιαίτερο μέρος, στην εξοχή, στο γραφείο σας;
Ξεκινώ πάντα χτίζοντας την ιστορία στο μυαλό μου και έπειτα την αποτυπώνω στον υπολογιστή. Οπότε, γράφω παντού. Στο σπίτι, στο γραφείο, σε καφέ, όπου βρίσκω χρόνο, γράφω. Η διάρκεια της γραφής ενός μυθιστορήματος φτάνει περίπου τους έξι μήνες την κάθε φορά.
Τι ονειρεύεστε για τον μέλλον; Ποια είναι η ευχή σας;
Να έχω υγεία και να γράφω ως τα βαθιά μου γεράματα…