Θέμις Μπαζάκα: «Το τέλος μου θα ήθελα να συμβεί ήσυχα και μαλακά, χωρίς πολλά-πολλά»
«Έχω κι εγώ αυτή την αγωνία, να προλάβω να κάνω κάποια ταξίδια, να δω κάποια μέρη που δεν έχω δει, να διαβάσω κι άλλα βιβλία, να δω ταινίες».
Στο περιοδικό Madame Figaro και τον δημοσιογράφο Αντώνη Κυριαζάνο μιλά η Θέμις Μπαζάκα. Η σπουδαία ηθοποιός ανοίγει την καρδιά της σε μία εξομολογητική συνέντευξη, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται στη σχέση της με τον χρόνο και την πορεία της στον χώρο της υποκριτικής.
«Δεν με τρομάζει ακριβώς ο χρόνος. Πιστεύω ότι όλοι μας παιδευόμαστε μαζί του, αν και προσωπικά δεν του δίνω και τόση σημασία. Αυτό που με απασχολεί περισσότερο είναι η ενεργητικότητά μου, πώς να την κρατήσω όσο περνάνε τα χρόνια, σε υψηλά επίπεδα.
Παρόλα αυτά, ο χρόνος μας φέρνει αντιμέτωπους όχι μόνο με την φθορά αλλά και με το τέλος. Αυτό το τέλος, θα ήθελα να συμβεί ήσυχα και μαλακά και χωρίς πολλά πολλά. Και να συμβεί όσο το δυνατόν αργότερα», δηλώνει η Θέμις Μπαζάκα, απαντώντας σε σχετική ερώτηση.
«Μεγαλώνοντας πέφτουμε με τα μούτρα στην δουλειά, δουλεύουμε περισσότερο για πολλούς λόγους. Είναι και ένας τρόπος να αντιμετωπίσεις την μοναξιά και την μοναχικότητα. Και θέλεις να προλάβεις να κάνεις και τα διάφορα πράγματα που έχεις στο μυαλό σου. Έχω κι εγώ αυτή την αγωνία, να προλάβω να κάνω κάποια ταξίδια, να δω κάποια μέρη που δεν έχω δει, να διαβάσω κι άλλα βιβλία, να δω ταινίες. Η λαχτάρα μου για αυτά είναι πια πολύ μεγαλύτερη απ’ ό,τι ήταν, είναι πια πολύ πιο έντονη», εξομολογείται η ηθοποιός.
«Τα τελευταία χρόνια συνειδητοποιώ πόσο γρήγορα έχει περάσει ο χρόνος και πόσο γρήγορα περνάει. Από την άλλη δεν θέλω να βλέπω το μέλλον, ούτε κάνω και σχέδια, δεν θέλω να βλέπω μακριά. Συγκεντρώνομαι πλέον στο σήμερα, και το πολύ πολύ στο αύριο», επισημαίνει χαρακτηριστικά η Θέμις Μπαζάκα.
«Θεωρώ ότι ήμουν πολύ τυχερή επειδή εργαζόμενη σε αυτόν τον χώρο, δεν είχα άσχημες εμπειρίες. Στα 80s, που άρχισα να δουλεύω εγώ, δεν είχαμε συνείδηση αυτού του πράγματος. Όμως βρέθηκα σε περιβάλλοντα με άντρες που ήταν πιο ευαίσθητοι και πολύ κανονικοί και ένιωθα ότι ανήκω κάπου χωρίς διακρίσεις.
Μπορεί αυτό να ήταν μια ψευδαίσθηση επειδή στο δρόμο ένιωθα ότι έπρεπε να προσέχω. Φυσικά, σιγά σιγά άρχισα να καταλαβαίνω και να έχω μια εγρήγορση γι’ αυτά τα θέματα παρ’ όλο που για όλα αυτά δεν δίναμε και πολύ σημασία», δηλώνει σε άλλο σημείο της συνέντευξης η Θέμις Μπαζάκα.