Συγκλονίζει η Αλεξία Μουστάκα για τη μητέρα της, Μαρία Μπονέλου: «Έβγαινα έξω από το δωμάτιο κι έβαζα τα κλάματα»
«Εγώ περίμενα πολλά χρόνια πριν ότι θα «έφευγε». Τα τελευταία χρόνια πιστεύω πως με αναγνώριζε, αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει», λέει η Αλεξία Μουστάκα.
Συνέντευξη στην εφημερίδα On Time και τη Σίσσυ Μενεγάτου παραχώρησε η Αλεξία Μουστάκα. Η ηθοποιός μίλησε και για την απώλεια των γονιών της, Σωτήρη Μουστάκα και Μαρίας Μπονέλου.
Τι θέλεις να πεις εσύ, που βίωσες για πολλά χρόνια στο πλευρό της μητέρας σου, της Μαρίας Μπονέλου, το Αλτσχάιμερ, σε αυτούς τους ανθρώπους που ζουν κοντά σε δικούς τους ανθρώπους, οι οποίοι τη μία στιγμή μπορεί να τους θυμούνται και την άλλη όχι;
Εμένα η μητέρα μου, κάποια στιγμή, χτυπημένη από το Αλτσχάιμερ για πολλά χρόνια, σταμάτησε να έχει επαφή με το περιβάλλον. Δεν έφτασε στο σημείο να μου πει «ποια είσαι εσύ;». Είναι μια από τις χειρότερες αρρώστιες, γιατί βλέπεις τον άνθρωπό σου να χάνει την προσωπικότητά του. Και ειδικά με τη μητέρα μου, η οποία ήταν πολύ κοινωνικός άνθρωπος, που περνούσαν όλα από τα χέρια της, να το βλέπεις όλο αυτό, είναι πολύ άσχημο. Το μόνο που μπορώ να πω γι’ αυτούς που έχουν δικούς τους ανθρώπους με Αλτσχάιμερ είναι ότι δεν πρέπει να το βλέπουν εγωιστικά. Δηλαδή, ήθελα η μητέρα μου να μείνει όσο το δυνατόν περισσότερο κοντά μου, παρόλο που πια δεν ήταν ο ίδιος άνθρωπος. Και ίσως να μην ήθελε να ζει έτσι. Εγώ όμως το έβλεπα καθαρά εγωιστικά και την ήθελα δίπλα μου, όπως και ο πατέρας μου. Ήταν σαν να μην την αφήναμε να φύγει…
Πέθανε τρεις μήνες μετά τον πατέρα σου. Πιστεύεις πως ένιωσε ότι «έφυγε» ο Σώτος της, όπως τον έλεγε χαϊδευτικά;
Ναι, πιστεύω ότι μπορεί και να το ένιωσε, γιατί για εκείνη ήταν μια καθημερινή εικόνα, ένα καθημερινό χάδι, που δεν το είχε πια. Εγώ περίμενα πολλά χρόνια πριν ότι θα «έφευγε». Τα τελευταία χρόνια πιστεύω πως με αναγνώριζε, αλλά δεν μπορούσε να μιλήσει. Θυμάμαι, πήγαινα στο δωμάτιό της και της έλεγα ό,τι μου κατέβαινε στο κεφάλι, έτσι για να την αφυπνίσω λίγο. Μετά έβγαινα έξω από το δωμάτιο κι έβαζα τα κλάματα.
Επειδή ήσουν ένα καλομαθημένο παιδί και περνούσες όλο αυτό το δύσβατο μονοπάτι με τη μητέρα σου, ο πατέρας σου δεν σου είχε μιλήσει για τη σοβαρότητα του δικού του θέματος υγείας;
Ακριβώς. Δεν ήμουν καθόλου προετοιμασμένη γι’ αυτό. Δηλαδή, για να καταλάβεις, από το 2004 που δούλευα στην Κύπρο και ήμουν έξι μήνες εκεί, όλα μου τα λεφτά τα έδινα σε εισιτήρια, γιατί ήθελα να βλέπω έστω για λίγο τη μητέρα μου, γιατί ένιωθα ότι «έφευγε» σιγά σιγά. Και τελικά «έφυγε» το 2007. Με τον πατέρα μου ούτε καν μπορούσα να το φανταστώ, ότι θα πέθαινε τρεις μήνες πριν από τη μητέρα μου!
Δεν σου είχε πει ο πατέρας σου ότι τον είχε «χτυπήσει» ο καρκίνος;
Μου είχε πει για τον καρκίνο, αλλά ήταν καθησυχαστικός. Μου έλεγε ότι τα πράγματα πάνε καλά. Μάλιστα, ήταν να πάμε εκείνο το καλοκαίρι περιοδεία για δεύτερη χρονιά με τον «Πλούτο» και συζητούσαμε γι’ αυτό.
Ήρθε το πρώτο ξαφνικό «χαστούκι» της μοίρας με το θάνατο του πατέρα σου κι έπειτα από σχεδόν τρεις μήνες «έχασες» τη μητέρα σου. Ένιωσες ότι δεν ήξερες που πάταγες; Έπαθες κατάθλιψη;
Ήταν ό,τι πιο δύσκολο έχω ζήσει. Νιώθω, όμως, ότι αυτό ήθελε η μητέρα μου, να είναι κοντά στον Σώτο της, όπως τον έλεγε χαϊδευτικά. Γι’ αυτό πέταξε στην αγκαλιά του, για να κάνουν μαζί αυτό το μεγάλο ταξίδι που ονειρεύονταν, αλλά δεν πρόλαβαν… Να σου πω ότι δεν θυμάμαι πολλά από εκείνη την περίοδο. Δηλαδή, για να καταλάβεις, το καλοκαίρι που εγώ ήμουν στον «Πλούτο» με τον Θύμιο Καρακατσάνη και είχε «φύγει» ο πατέρας μου είναι σαν να έχει σβηστεί ο χρόνος από τη μνήμη μου. Ελάχιστα πράγματα θυμάμαι. Έκανα κινήσεις μηχανικές. Ένιωθα σαν να μην ήμουν εγώ. Σίγουρα κάποιες στιγμές πέρασα κατάθλιψη. Η δουλειά όμως βοηθάει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις. Το μόνο που θυμάμαι είναι τον Θύμιο Καρακατσάνη που ήταν δίπλα μου και με στήριξε.
Πηγή εικόνας: NDP