Για το όνειρο που δεν έχει πραγματοποιήσει ακόμη στην τηλεόραση και για την μυθοπλασία των καναλιών, μίλησε ο Γιάννης Μπέζος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Τηλέραμα και στον Βασίλη Ανδριτσάνο.
Τι σας αρέσει στον ρόλο του Ανδρέα και τι σας ενοχλεί;
«Τίποτα δεν με ενοχλεί. Πρώτα απ’ όλα, είναι ένας ρόλος που δεν υπάρχει, δηλαδή γίνεται από τη στιγμή που τον ζωντανεύουμε, επομένως τον κάνουμε όπως θέλουμε. Ο ρόλος τι είναι; Είναι μια αφορμή για να δείξουμε κάτι στην τηλεόραση, να κάνουμε παρέα στους τηλεθεατές. Μην πάμε δηλαδή σε διαστάσεις που δεν υπάρχουν. Στη σειρά είναι κάποιοι άνθρωποι που έχουν συνηθίσει να ζουν με έναν τρόπο σχεδόν ιδρυματοποιημένο, στην επαρχία, οι οποίοι βράζουν συνέχεια στο ζουμί τους και δεν βλέπουν πέρα από τη μύτη τους. Διατηρούν όλα τα καλά και τα κακά που έχει η ανθρώπινη φύση, και η συμπεριφορά τους είναι πολλές φορές προς τους άλλους απαξιωτική, έντονη, άγρια, ακριβώς επειδή δεν μπορούν να φύγουν πέρα από τα όριά τους».
Πώς θα θέλατε να δείτε τον ήρωα να εξελίσσεται;
«Δεν το ξέρω αυτό. Εμένα με ενδιαφέρει αυτά που ενσαρκώνουμε να έχουν μια διαδρομή, δηλαδή να μην είναι στατικά και στάσιμα, να είναι σε κίνηση και μεταβολή, αλλά μέσα στο πλαίσιο της ζωής. Δηλαδή όχι επειδή κάνουμε μυθοπλασία να κάνουμε ό,τι μας κατεβαίνει. Να αναφέρεται κάπου όλο αυτό, να αναγνωρίζουν οι θεατές κάτι από τον εαυτό τους ή τον περίγυρό τους όταν βλέπουν εμάς. Θα επιθυμούσα να εξελιχθεί με έναν ανθρώπινο τρόπο».
Πώς είναι η συνεργασία σας με την Τζένη Μπότση;
«Είναι πολύ καλή. Έχουμε συνεργαστεί άλλη μια φορά, κάνοντας παλιά τη “Λίστα γάμου” στη δημόσια τηλεόραση, με τον Κουτελιδάκη σκηνοθέτη. Και εκεί κάναμε ένα ζευγάρι. Η συνεργασία μας είναι άριστη».
Φέτος παρατηρούμε πως τα κανάλια επενδύουν περισσότερο στη μυθοπλασία. Αυτό είναι δείγμα πως η τηλεόραση βγαίνει από την κρίση;
«Όχι, δεν είναι θέμα αν βγαίνει από την κρίση. Προσπαθεί να κερδίσει πόντους. Και η μυθοπλασία το κάνει πιο εύκολο, ακριβώς διότι βλέπουμε κάτι να συμβαίνει στη γλώσσα μας. Παίζονται πολλές σειρές, ό,τι θέλει η ψυχή του καθενός, οι οποίες είναι πάρα πολύ καλές, μεγάλες παραγωγές, αλλά δεν είναι στη γλώσσα μας, και ο θεατής θέλει να επικοινωνεί με τη γλώσσα του. Η γλώσσα είναι πολύ μεγάλη υπόθεση, μην κοιτάτε που την έχουμε απαξιώσει εμείς».
Πόσο έχει αλλάξει η δουλειά στην τηλεόραση από τότε που κάνατε τους «Απαράδεκτους» μέχρι σήμερα;
«Είναι οι ίδιοι ρυθμοί και οι ίδιες συνθήκες, δεν έχει αλλάξει τίποτα. Τα τεχνικά θέματα έχουν αλλάξει μόνο. Και τότε μη φανταστείτε ότι οι παραγωγές ήταν πολύ ακριβές, παρόλο που οι εποχές ήταν πολύ καλές. Οι αμοιβές ήταν καλύτερες, αλλά σαν συνθήκες παραγωγής νομίζω ότι είναι στο ίδιο κλίμα».
Έχετε κάποιο όνειρο που δεν έχετε πραγματοποιήσει στην τηλεόραση;
«Ως φιλοδοξία, θα ήθελα να γίνει κάτι πιο μεγάλο, με την έννοια όχι μόνο της παραγωγής, αλλά κάτι που να έχει μια γενικότερη αναφορά στη χώρα μας. Να μην περιοριζόμαστε δηλαδή σε αυτές τις σειρές που έχουν να κάνουν με ερωτικές ιστορίες. Κάτι πιο μεγαλόπνοο…»
Θεατρικά τι ετοιμάζετε;
«Από τις 2 Ιουλίου θα κάνουμε περιοδεία σε όλη την Ελλάδα το περσινό μας έργο “Οι γαμπροί της Ευτυχίας” των Τσιφόρου – Βασιλειάδη, με τη Δάφνη Λαμπρόγιαννη, και τον χειμώνα στο θέατρο “Προσκήνιο” θα κάνουμε το “Ξενοδοχείο ο Παράδεισος” του Ζορζ Φεϊντό, μια μεγάλη κωμωδία σε μουσική διασκευή, με τον Φοίβο Δεληβοριά».
Τα ΜΜΕ σάς έχουν φερθεί καλά;
«Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τη δημοσιότητα. Εξαρτάται ποιος σε ρωτάει, ποια είναι η πρόθεσή του, αν ξέρει γράμματα, γιατί είναι και αυτό, αν καταλαβαίνει πού μιλάει… Δεν περιμένω κάτι από τους ανθρώπους, δεν έχω απαιτήσεις. Υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους δεν έχω κανένα πρόβλημα και υπάρχουν άλλοι που μου είναι αδιάφοροι. Δεν έχω έχθρα και μίσος για κανέναν, ούτε φθονώ κάποιους ανθρώπους. Τα μέσα είναι πια πολλά και ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει, αυτό δεν σημαίνει όμως πως θα το πάρω εγώ σοβαρά».