«Μπαίνει η Αλίκη στο μαγαζί και βλέπει τον Λαζόπουλο! Γυρίζει και μου λέει “τώρα θα δεις…”»
«Μια Πρωτοχρονιά ήμουν καλεσμένη σπίτι της για ρεβεγιόν, αλλά εγώ ήμουν στη Θεσσαλονίκη, για μια εκδήλωση του ANT1 και…».
Για την Αλίκη Βουγιουκλάκη μίλησε στο περιοδικό Down Town Κύπρου και τον Γιώργο Πράσινο η Λόλα Νταϊφά, που αποκάλυψε μια άγνωστη ιστορία.
«Γνώριζα την Αλίκη από παλιά, από εκδηλώσεις, την είχα δει και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Όταν γεννήθηκε ο Γιάννης της, ο άνδρας μου κι εγώ, της στείλαμε ορχιδέες. Ήταν πολύ μεθοδική και οργανωμένη στη δουλειά της και δεν αφηνόταν στο “είμαι όμορφη” ή “είμαι η Βουγιουκλάκη”… Κάποιες μέρες μετά την πρεμιέρα του “Μις Πέπσι”, κάτι της είχαν κάνει, νομίζω την είχαν κλέψει και ήταν στεναχωρημένη, όχι γιατί της πήραν ένα δαχτυλίδι ή ένα παλτό, αλλά γιατί της συνέβη σαν πράξη.
Μου τηλεφωνεί το απόγευμα να με παρακαλέσει να πάω στο θέατρο, “όχι μόνο θα έρθεις, αλλά θα κάτσεις και ακριβώς απέναντί μου, γιατί θέλω τη θετική σου ενέργεια”, μου είπε, και πραγματικά, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, δεν πήρα τα μάτια μου από πάνω της -πώς θα μπορούσα άλλωστε;- της έκανα νοήματα ότι σκίζει και τελειώνοντας, μου λέει: “Ξέρεις ποιος έπαιξε σήμερα στο έργο; Εσύ!”.
Μια φορά, σε ένα ταξίδι μας στη Σαντορίνη, όπου ήταν καλεσμένη ενός γλύπτη στα εγκαίνια της έκθεσής του, πήγα μαζί της. Ταξιδέψαμε με ιδιωτικό ελικόπτερο, του οποίου το κάτω μέρος ήταν διάφανο – τρομερό για τα χρόνια εκείνα. Και όπως ήμασταν πάνω από την καλντέρα, ενώ εγώ είχα καθίσει πιο προσεχτικά, εκείνη καθόταν πιο “άτσαλα” και μου είπε χαριτωμένα: “Εντάξει, δεν μας βλέπει και κανείς. Κρίμα που δεν φοράμε σορτς!”.
Στη Θεσσαλονίκη, μια πόλη που λάτρευε, όταν έπαιζε τη “Μελωδία της Ευτυχίας”, πήγα σε μια παράστασή της. Τελειώνοντας, πήγαμε σε ένα μαγαζί που τραγουδούσαν καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης – που δεν τους ξέραμε τότε στην Αθήνα. Μπαίνοντας, η Αλίκη πήρε είδηση ότι ήταν και ο Λάκης Λαζόπουλος σε ένα τραπέζι και του πέταγαν λουλούδια.
“Και τώρα θα δεις ποιος είναι ο σταρ εδώ μέσα!” είπε, και με το που καθίσαμε στο τραπέζι και ο κόσμος την είδε, εκείνη άρχισε να στέλνει φιλιά, το τραπέζι γέμισε από τόσα λουλούδια που δεν μπορούσα να δω απέναντι. Και γυρίζει με αυτό το αφοπλιστικά αθώο ύφος της και μου λέει: “Έχεις αντίρρηση;”. “Αλίκη μου, δεν είχα αντίρρηση καμία! Ορατότητα δεν έχω!”, της είπα. Όλα αυτά τα έκανε τόσο χαριτωμένα, και καθόλου ανταγωνιστικά, τα έκανε για την πλάκα της.
Μια Πρωτοχρονιά ήμουν καλεσμένη σπίτι της για ρεβεγιόν, αλλά εγώ ήμουν στη Θεσσαλονίκη, για μια εκδήλωση του ANT1 και θα γυρνούσα πολύ αργά. “Έλα ό,τι ώρα φθάσεις”, μου είπε και όταν έφτασα στο υπέροχα στολισμένο σπίτι της -της άρεσε να το διακοσμεί πάντα με λουλούδια, ενώ από τα αγαπημένα της ήταν τα λευκά λίλιουμ- όλοι κάθονταν κι έτρωγαν. Εκείνη, τόσο όμορφη, πραγματικά κούκλα, με πήρε από το χέρι και, πριν με καθίσει στο τραπέζι, μου έδωσε ένα δώρο.
Αργότερα, έδωσε δώρα σε όλους τους καλεσμένους της, και σε μένα ακόμα ένα. Και όταν τη ρώτησα: “Γιατί κι άλλο; Μου έδωσες πριν!”, μου απάντησε “επειδή σε βασάνιζε ο Κυριακού με τις δουλειές και ήρθες τόσο αργά σπίτι!”. Γινόταν πιεστική με το “έφαγες;”, γιατί ήθελε οι καλεσμένοι της να τρώνε, αφού εκείνη ήταν “στερημένη” απ’ το φαγητό, δεδομένου ότι έπρεπε να προσέχει. Και πάντα, συμπεριφερόταν σε όλους τους καλεσμένους της ισότιμα.
Της άρεσε να τους δίνει αξία. Σε μια εκδήλωση, θυμάμαι, φοράγαμε το ίδιο χρώμα στα ρούχα. “Τώρα, γιατί έβαλες το ίδιο χρώμα;”, με ρώτησε και της απάντησα, “ήθελα να πάρω λίγο από τη λάμψη σου!”. Της άρεσε πάρα πολύ, που μου ανταπάντησε: «Γι’ αυτό είσαι μοναδική!». Μια συμβουλή που θυμάμαι από εκείνη είναι ότι μου έλεγε, πάρα πολλές φορές: “Μη δίνεσαι στους ανθρώπους, φρόντιζε να κρατάς κάτι για τον εαυτό σου!».