Zappit

Γιάννης Μπέζος: «Η τηλεόραση έχει πολλά γελοία πράγματα και θα συνεχίσει να έχει…»

«Κατά τη γνώμη μου, είναι ευθύνη του κόσμου να επιλέγει τι θα δει, τι θα τον βοηθήσει να γίνει καλύτερος και τι θα του ανεβάσει λίγο το γούστο»

Στο περιοδικό People και τη Φανή Πλατσατούρα έδωσε συνέντευξη ο Γιάννης Μπέζος, ο οποίος απάντησε μεταξύ άλλων για την τηλεόραση και τη χρυσή εποχή.

Πόσα χρόνια επαγγελματίας ηθοποιός;

Σαράντα! Αν βάλουμε και τα χρόνια της σχολής είναι παραπάνω.

Δεν έχει τύχει καμιά χρονιά να πείτε «φέτος, δεν θα κάνω ούτε θέατρο ούτε τηλεόραση. Θα καθίσω να ξεκουραστώ»;

Όχι! Δεν θέλω να καθίσω! Δεν είμαι ο άνθρωπος που θα μείνει σπίτι και θα βγαίνει μόνο για να βλέπει τις παραστάσεις των άλλων. Μπορεί να το κάνω κι αυτό, αλλά θα είναι κατ’ εξαίρεση. Όσο με κρατούν οι δυνάμεις μου, θα συνεχίσω. Στον βαθμό που επιβάλλουν η ηλικία μου και η θέση μου. Ξέρετε, αυτή η δουλειά δεν σε κουράζει.

Τι σου κάνει αυτή η δουλειά;

Το μόνο σίγουρο είναι πως αν σε κουράσει, δεν κάνεις γι’ αυτήν. Η ιδιαιτερότητα της δικής μας δουλειάς είναι ότι θέλουμε να πηγαίνουμε στη δουλειά. Ακούω καμιά φορά συναδέλφους να παραπονιούνται και τους λέω «Δεν νομίζω ότι κάνεις για το θέατρο». Επίσης, κάνουμε μια δουλειά που δεν καταλαβαίνουν εύκολα οι άλλοι. Και αν με ρωτάτε, δεν πρέπει να την καταλαβαίνουν.

Για να διατηρείται ο μύθος;

Όχι για να διατηρείται ο μύθος, αλλά η ιδιαιτερότητα. Είναι αιρετική η δουλειά μας. Είναι ανάποδη. Δεν είναι στη σφαίρα της κανονικότητας. Παρκάρουμε το αυτοκίνητό μας, ερχόμαστε εδώ, μπαίνουμε σε κάτι καμαρίνια, φοράμε συγκεκριμένα ρούχα, βγαίνουμε στη σκηνή, κάνουμε ότι είμαστε κάτι άλλο, μετά φεύγουμε και μας ξαναβλέπει ο κόσμος όπως είμαστε στη ζωή μας. Αυτό δεν το λες κανονικό. Αυτό είναι ένα ψέμα. Ή, μάλλον, μια μεγάλη αλήθεια με το περιτύλιγμα του ψεύδους, που έλεγε και ο Νίτσε. Αυτό, όμως, γοητεύει τους ανθρώπους. Αυτό που δεν μπορούν να εξηγήσουν. Κάθε φορά που ο ηθοποιός βγαίνει στη σκηνή, κάνει άλμα στο κενό. Δεν είναι αστεία πράγματα αυτά. Είναι εκτεθειμένος στη δόξα ή στη χλεύη.

Πώς είναι να είσαι πάντα στη δόξα;

Δόξα σημαίνει αποδοχή. Κι αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι. Θέλει πάρα πολύ κόπο, θέλει όργωμα και κυρίως θέλει προσωπική περιχαράκωση. Δεν είναι μόνο να κάνεις μια καλή παράσταση. Είναι όλη η δημόσια συμπεριφορά σου. Το τι λες. Οι θεατές δεν ακολουθούν τους ρόλους, ακολουθούν τον άνθρωπο. Συχνά μεταξύ τους οι νέοι ηθοποιοί συζητούν: «Ο τάδε που παίζει τώρα εκεί και είναι στο προσκήνιο, και γιατί αυτός και όχι εγώ;». «Μη βιάζεστε» τους απαντώ. «Αν δεν πιάσει η ρίζα, θα τον ξεχάσετε σε λίγο καιρό». Κι έχουμε πάρα πολλά τέτοια παραδείγματα. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να πιάσεις ρίζα στην καρδιά του κοινού. Θέλει να το γοητεύσεις και κυρίως να το συγκινήσεις. Αλλιώς θα το αιχμαλωτίσεις για λίγο και μετά θα σου φύγει, θα πάει στον επόμενο. Ενώ αυτόν που σε συγκινεί πραγματικά, δεν τον εγκαταλείπεις. Αυτό, όμως, σημαίνει ότι πρέπει να είσαι πανέτοιμος να πεις αλήθειες στο κοινό. Αλήθειες που δεν αφορούν μόνο την παράσταση.

Να του πεις ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ακούσει;

Κυρίως αυτά που δεν θέλει να ακούσει! Το κοινό δεν ακολουθεί τον καλλιτέχνη για να του χαϊδέψει τα αυτιά. Τον ακολουθεί γιατί τον συγκινεί βαθιά.

Τελικά, ο καλλιτέχνης πόσο στα σοβαρά οφείλει να παίρνει τον εαυτό του;

Ο καλλιτέχνης παίρνοντας στα σοβαρά τον εαυτό του νομίζει ότι θα οδηγήσει τους ανθρώπους στο Φως. Έλα, όμως, που για να τους οδηγήσεις στο Φως, πρέπει να γίνεις πρώτος εσύ αυτό που επιθυμείς να κάνεις στους άλλους. Πράγμα δύσκολο και σύνθετο. Αλλά αυτή είναι η αποστολή μας.

Εσείς πότε σταματήσατε να παίρνετε στα σοβαρά τον εαυτό σας;

Κοιτάξτε! Όταν είσαι νέος, δεν μπορείς να τα κάνεις αυτά. Όταν είσαι νέος, νομίζεις ότι θα αλλάξεις τον κόσμο. Κι έτσι πρέπει να είναι. Αν, όμως, άλλαζε έτσι εύκολα ο κόσμος, θα ήμασταν καλύτεροι από την εποχή του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Δεν είμαστε! Έχουμε πολλά ακόμη να αντιμετωπίσουμε και κυρίως τον κακό μας εαυτό. Θα έχετε παρατηρήσει πως όταν κάτι δεν μας κάθεται καλά, κατηγορούμε πάντα τους άλλους. Δεν κοιτάμε προς τα μέσα μας, να κάνουμε αυτοκριτική. Γιατί κινδυνεύουμε από αυτήν. Κινδυνεύουμε να δούμε ότι μάλλον φταίμε εμείς!

Σας βλέπουμε φέτος στη σειρά του ΑΝΤ1 Πέτα τη Φριτέζα.

Ναι, φέτος κάνουμε την επανάληψη της Φριτέζας.

Ωστόσο, έχετε ζήσει τις πραγματικά καλές εποχές της τηλεόρασης…

Θεωρητικά είναι όλα αυτά με την καλή εποχή. «Καλή εποχή» με την έννοια των πολλών παραγωγών, ναι, αλλά δεν ήταν καλές. Γι’ αυτό και ήρθε η κακή εποχή. (γέλια) Τώρα ελπίζω σε μια ισορροπία, να μην επανέλθουμε στα παλιά.

Επειδή είστε ένας άνθρωπος που έκανε και συνεχίζει να κάνει πολλή τηλεόραση, νιώθετε αυτόματα και την ανάγκη να την υπερασπίζεστε; Με τα καλά και τα κακά της.

Δεν υπερασπίζομαι την τηλεόραση γενικά, αυτό που υπερασπίζομαι είναι οι καλές δουλειές της τηλεόρασης. Λέμε «Η τηλεόραση είναι κακή». Ποια τηλεόραση; Η τηλεόραση είναι μια οικιακή συσκευή. Το θέμα είναι τι λες εσύ την ώρα που βγαίνεις σε αυτή. Εγώ, λοιπόν, υπερασπίζομαι πάντα την καλή τηλεόραση, είτε είναι στον ενημερωτικό τομέα είτε στον ψυχαγωγικό. Επειδή η τηλεόραση παίζει 24 ώρες το 24ωρο, είναι λογικό να έχει και πράγματα που είναι γελοία. Και έχει πολλά.

Και θα συνεχίσει να έχει, όπως όλες οι τηλεοράσεις του κόσμου. Κατά τη γνώμη μου, είναι ευθύνη του κόσμου να επιλέγει τι θα δει, τι θα τον βοηθήσει να γίνει καλύτερος και τι θα του ανεβάσει λίγο το γούστο. Από τη φύση της, η τηλεόραση δεν μπορεί να κάνει μεγάλη τέχνη. Μπορεί, όμως, να σου κάνει πολύ καλή παρέα. Κάποτε με ρώτησε ένας συνάδελφός σας «Γιατί ο κόσμος έχει ανάγκη να γελάσει;». Και του απάντησα «Γιατί, μάλλον, δεν έχει γελάσει καλά όλα αυτά τα χρόνια». Χαζογέλαγε, δηλαδή!

*Διαβάστε όλη τη συνέντευξη στο People που κυκλοφόρησε την Κυριακή με το Έθνος της Κυριακής