«Έχω χάσει περιουσίες για μια γυναίκα»
Γνωστός Έλληνας ηθοποιός εξομολογείται…
Στην εφημερίδα Espresso και την Τεριάννα Παππά έδωσε συνέντευξη ο Βύρων Κολάσης, ο οποίος εξομολογήθηκε πως έχει χάσει περιουσίες για μια γυναίκα.
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
Μεγάλωσα στην Αθήνα. Θυμάμαι τον πατέρα του να με παίρνει μαζί του στις συναυλίες όταν έπαιζε βιολί ή όταν διεύθυνε συμφωνικές ορχήστρες στην ΕΡΤ, στην παλιά ραδιοφωνία στο Ζάππειο Μέγαρο. Γλυκές αναμνήσεις…
Ησασταν μοναχοπαίδι;
Από τη μητέρα μου ήμουν μοναχοπαίδι, αλλά από τον πατέρα μου έχω άλλα δύο αδέρφια κι έχω και δύο αδερφές από τη συγχωρεμένη Μαρία Αλκαίου, που ήταν η δεύτερη γυναίκα του πατέρα μου.
Παίζετε πολύ καλά πιάνο και βιολί. Πώς αποφασίσατε να υπηρετήσετε την υποκριτική και όχι τη μουσική, ακολουθώντας τα βήματα του συνονόματου πατέρα σας, που ήταν σπουδαίος μουσικός;
Ακριβώς αυτός ήταν ο λόγος, συν το ότι από μικρός με τραβούσε περισσότερο το θέατρο.
Πώς αντέδρασε εκείνος, όταν του ανακοινώσατε ότι δεν θα ακολουθήσετε τα βήματά του;
Λίγο έλειψε να με αποκληρώσει. Φώναζε, έγινε ένας έντονος καβγάς… Εγώ του είπα ότι αυτό θέλω να κάνω κι εκείνος επέμενε να μου αλλάξει γνώμη, γιατί ήξερε τι συνέβαινε στο θέατρο και ειδικά στην Ελλάδα… Μαύρη η μοίρα των καλλιτεχνών σε αυτόν τον τόπο και ο άνθρωπος είχε σοκαριστεί. Θα μπορούσα να ήμουν ένας καλός δάσκαλος μουσικής, αν δεν με είχε κερδίσει η υποκριτική.
Βρεθήκατε όμως από μικρός στον χώρο του θεάματος και πιθανόν να… γλυκαθήκατε!
Η πρώτη μου εμφάνιση ήταν σε ηλικία 12 ετών στο «Αθάνατη αγαπημένη» του Γιώργου Ρούσσου, με τον Βασίλη Διαμαντόπουλο να υποδύεται τον Μπετόβεν. Εγώ έκανα τον Φραντς Λιστ, τον μικρό πιανίστα που πήγε να τον ακροαστεί ο Μπετόβεν. Τότε είπα «αφήνω στο σχολείο και ασχολούμαι με το θέατρο».
Δεν το αφήσατε όμως…
Δεν με άφησε ο πατέρας μου. Εφαγα ένα χαστούκι και βρέθηκα μέσα στην ντουλάπα, γιατί ήμουν 12-13 ετών. Δεν είχα τελειώσει ούτε τη γ’ γυμνασίου.
Πώς ξεκινήσατε στον χώρο;
Ο πατέρας μου είχε ανεβάσει «Μάκβεθ» στη Λυρική Σκηνή και άρχισα ως κομπάρσος. Δεν χρησιμοποίησα το όνομα και δεν άφησα να μου χαριστεί τίποτα, για να δω αν κάνω για τον χώρο.
Στη συνέχεια;
Ξεκίνησα στο Εθνικό Θέατρο, παίζοντας με όλους τους καθηγητές μου – τους οποίους γνώρισα αργότερα ως καθηγητές. Το πήγα λίγο ανάποδα! Πρώτα βγήκα στο θέατρο με ειδική άδεια και στη συνέχεια μπήκα στη σχολή. Το βράδυ έπαιζα με αυτούς στους οποίους έδινα εξετάσεις το πρωί στο Εθνικό!
Τι ακραίο έχετε κάνει για μια γυναίκα;
Εχω χάσει περιουσίες!
Το ’84 είχατε κάνει την ταινία «Το Κοράνι», που ήταν προσωπική παραγγελία του Μουαμάρ Καντάφι, η οποία πήρε πολλά βραβεία στη Λιβύη. Δεν το εκμεταλλευτήκατε, όμως, το γεγονός. Γενικά είστε άνθρωπος χαμηλών τόνων…
Ευτυχώς. Γι’ αυτό και έχω διάρκεια στον χώρο. Με ενδιαφέρει η σκηνή και όχι το παρασκήνιο. Η ταινία γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα με Ελληνα παραγωγό, ηθοποιούς, τεχνικούς και εγώ είχα αναλάβει και το κάστινγκ, παρά το νεαρό της ηλικίας μου – τότε ήμουν 35 χρόνων.
Ηταν και η εποχή που ο κόσμος κλεινόταν μέσα για να παρακολουθήσει τις σειρές της ΕΡΤ και της ΥΕΝΕΔ. Τι θυμάστε από εκείνη την περίοδο και συγκεκριμένα από το θρυλικό «Λούνα παρκ»;
Οταν έφυγε ο συγχωρεμένος Νίκος Δαδινόπουλος από το σίριαλ (σ.σ.: «Λούνα παρκ»), έπαιξα γύρω στους έξι μήνες τον ρόλο του, ως αντικατάσταση. Παράλληλα έπαιζα και τον Γώγο στη «Λάουρα» του Ξενόπουλου με τη Μαρία Τζομπανάκη και τον Γιώργο Κιμούλη. Ηταν εκείνη η περίοδος που παίζαμε και στην ΕΡΤ και στην ΥΕΝΕΔ. Θυμάμαι πως δεν μπορούσα να βγω έξω από το σπίτι από τις αντιδράσεις του κόσμου. Ειδικά με τον Γώγο, ο οποίος πέθανε στο 100 επεισόδιο, έζησα απίστευτες καταστάσεις. Μια κυρία νόμιζε ότι είδε φάντασμα όταν με συνάντησε στον δρόμο και φώναζε! Είμαι συγκινημένος και ευλογημένος, γιατί η αγάπη του κόσμου ήταν και άμεση και θερμή, και θα έλεγα ότι έχει και μια μακροβιότητα σε όλες αυτές τις δεκαετίες.
Οι νεότεροι σας θυμόμαστε από πολλές δουλειές σας στην ιδιωτική τηλεόραση, αλλά κυρίως από τις «Αέρινες σιωπές» του Mega…
Η εποχή εκείνη ήταν ανεπανάληπτη και θα ήθελα να ξαναζήσω τα γυρίσματα σε ένα τέτοιο σίριαλ. Να βρεθεί κάποιος παραγωγός, λίγο τρελός, λίγο καλλιτέχνης, και να πει ότι ρισκάρει μια τέτοια παραγωγή. Ηταν μια πανάκριβη παραγωγή. Μετά τον «Αγνωστο πόλεμο», τη «Λάμψη», το «Καλήμερα, ζωή», οι «Αέρινες σιωπές» έχουν αφήσει ιστορία.