Χριστίνα Κοντοβά: «Άργησα να έχω συναισθήματα για το παιδί»

Χριστίνα Κοντοβά

"Νομίζω πως όλες οι μητέρες το ίδιο βιώνουν, δεν πιστεύω ότι αγαπάει καμία το παιδί της με το που το βλέπει" εξομολογείται η Χριστίνα Κοντοβά.

Η Χριστίνα Κοντοβά άνοιξε την καρδιά της στο Marie Claire και στη δημοσιογράφο Εβίτα Τσιλοχρήστου και μίλησε για την υιοθεσία της μικρής Έιντα από την Ουγκάντα και για τα συναισθήματά της σήμερα τέσσερα χρόνια μετά.

Πότε γεννήθηκε η επιθυμία για υιοθεσία και γιατί πιστεύεις ότι συνέβη στην Αφρική;
Γενικά είχα μία ευαισθητοποίηση με το κομμάτι της υιοθεσίας και συγκεκριμένα με τα παιδιά που δεν έχουν οικογένεια – όχι γενικά. Για πολλά χρόνια έλεγα ότι δεν θέλω να κάνω παιδιά. Όταν ξεκίνησα να βγαίνω με τον πρώην σύντροφό μου, τον Τζώνη Καλημέρη, και τέθηκε το θέμα της οικογένειας τού είπα ότι δεν ήθελα να κάνω παιδιά, αλλά αν μου ξυπνήσει ποτέ το ένστικτο, έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι θέλω να υιοθετήσω και μάλιστα από την Αφρική.

Είχα συνδεθεί με τον τόπο και φανταζόμουν ότι εγώ μπορώ να γίνω μαμά εδώ, έτσι σε ένα από τα ταξίδια μου πάρθηκε συνειδητοποιημένα η απόφαση. Είναι ωραίο που εκείνος ήταν και παραμένει δίπλα μας σε όλο το ταξίδι. Παρόλο που δεν είμαστε ζευγάρι, είμαστε πάντα οικογένεια.

Ήταν δύσκολη η διαδικασία;
Ναι, ήταν πολύ δύσκολη η διαδικασία, αλλά καμιά φορά αναρωτιέμαι μήπως το κάνω να ακούγεται ότι δεν ήταν και κάτι ωραίο; Γιατί παράλληλα ήταν και πολύ ωραία. Μένουμε πολλές φορές στις δυσκολίες, αλλά ο καθένας τις βιώνει διαφορετικά. Για μένα ήταν δύσκολα κάποια κομμάτια, όχι όμως η υιοθεσία. Ηταν το να είμαι εδώ μόνη, το ν’ αφήσω τη δουλειά μου η οποία κινδύνεψε κάποιες στιγμές, το να ακολουθώ τους νόμους μιας άλλης χώρας, η ανασφάλεια που είχα. Εμεινα για δεκατρείς μήνες. Η περίοδος της αναδοχής είναι μίνιμουμ δώδεκα μήνες και πρέπει να τους περάσεις εδώ. Μετά ζητάς το παιδί για υιοθεσία.

Εκανα τα χαρτιά στην Ελλάδα μέσω της Διεθνούς Κοινωνικής Υπηρεσίας, που ουσιαστικά είναι ένας φάκελος με όλα τα απαραίτητα στοιχεία. Επειτα στείλαμε τον φάκελο σε μία δικηγόρο στην Ουγκάντα, με την οποία συνεργάζονταν τότε οι περισσότεροι Ελληνες, και η πρώτη περίπτωση που μου έστειλε ήταν η Εϊντα. Είχα ζητήσει κοριτσάκι και με ρωτούσε αν ήθελα να προχωρήσουμε τη διαδικασία. Αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή μαζί της, όταν την είδα στη φωτογραφία. Φυσικά είπα αμέσως ναι! Εκτός του ότι ήταν ένα πολύ γλυκό κορίτσι, πώς να διαλέξεις κιόλας παιδί; Δεν διαλέγεις. Δύο εβδομάδες περίπου μετά, ταξίδεψα στην Ουγκάντα, πήγα στο Peace Transitional Home και βρεθήκαμε με την Εϊντα. Δύο μέρες αφότου την επισκέφτηκα πήγα και την πήρα και ζούσε μαζί μου, στο σπίτι που είχα νοικιάσει στην Ουγκάντα.

Η πρώτη μου επαφή μαζί της, ήταν όταν την είδα στη φωτογραφία. Φυσικά είπα αμέσως ναι! Εκτός του ότι ήταν ένα πολύ γλυκό κορίτσι, πώς να διαλέξεις κιόλας παιδί; Δεν διαλέγεις.

Ποια ήταν τα πρώτα συναισθήματα όταν την αντίκρισες;
Ηταν ένα μείγμα ανυπομονησίας, συγκίνησης, φόβου, χαράς που κατάφερα να φτάσω έως εκεί και που ξεκινούσε αυτό το ταξίδι. Είχα απορίες. Την κοιτούσα και ήταν σαν ένα μικρό θαύμα. Με κοιτούσε και με το ωραίο της βλέμμα. Tότε ήταν δύο ετών, ένας κανονικός άνθρωπος. Το έχω ξαναπεί, άργησα να έχω συναισθήματα για το παιδί. Στην αρχή αυτό που κοιτούσαμε ήταν να «επιβιώσουμε» και οι δύο, εγώ στην Ουγκάντα, εκείνη μαζί μου και κάπως να γνωριστούμε. Σκεφτόμουν ποιος είναι ο σωστός τρόπος να φέρομαι σε ένα παιδί.

Ευτυχώς είχα βοήθεια από μια ντόπια γυναίκα, από ανθρώπους του περιβάλλοντός μου. Οι πρώτοι δύο μήνες κύλησαν έτσι, μετά ξεκίνησα να έχω συναισθήματα και να συνδέομαι με το παιδί. Νομίζω πως όλες οι μητέρες το ίδιο βιώνουν, δεν πιστεύω ότι αγαπάει καμία το παιδί της με το που το βλέπει. Αγαπάς τα βιώματα που έχεις μαζί του.