Zappit

Θέατρο: Σεργιάνι με την Βιργινία Ταμπαροπούλου στο Nerium Park όπου στα σύννεφα περπατούν πουλιά

Το θέατρο πρωταγωνιστεί και πάλι εδώ στο zappIT.

Εκλεκτές προτάσεις για το θέατρο σας φέρνουμε και αυτή την εβδομάδα, μέσα από το zappIT, που σίγουρα θα προσφέρουν τροφή για σκέψη και συζήτηση στην έξοδο σας. Την πρώτη, μάλιστα, έχω την χαρά να την συμπαρουσιάσω με την Βιργινία Ταμπαροπούλου που πρωταγωνιστεί στην ιστορία του Josep Maria Miro, Nerium Park.

Nerium Park, του Josep Maria Miro
Τετάρτη έως Παρασκευή στο θέατρο 104

«Συναντάμε το ζευγάρι, τον Ζεράρ και την Μάρτα σε ένα νέο ξεκίνημα μετά από εννιά χρόνια σχέσης. Μόλις έχουν μετακομίσει σε ένα προάστιο, σε έναν υπέροχο ολοκαίνουργιο οικισμό, το Nerium Park και έτοιμοι να προχωρήσουν στα επόμενα βήματα στη ζωή τους. Σ’ αυτή την ιδιαίτερη συνθήκη, όπου κάθε σκηνή είναι και ένα στιγμιότυπο από ένα μήνα του ενός χρόνου που παρακολουθούμε το ζευγάρι, ξεκινάει το έργο με τους δύο χαρακτήρες να αδειάζουν τις πρώτες κούτες. Να ονειρεύονται ένα υπέροχο μέλλον σε έναν οικισμό, σε ένα συγκρότημα που θα τους παρέχει τα πάντα. Στην πορεία, βεβαία, και με ένα ισχυρό σοκ που έρχεται στη ζωή τους, την απόλυση του Ζεράρ, τα πράγματα αρχίζουν να κλυδωνίζονται» μου εξηγεί η Βιργινία Ταμπαροπούλου για την ισπανική ιστορία που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα. «Ισορροπίες ανατρέπονται, γεννιούνται φόβοι, δημιουργούνται σκιές στην κοινή τους ζωή που θα πάρουν σάρκα και οστά και θα τους καταπιούν. Και καταλυτικό παράγοντα σε όλη αυτή την φθορά και το σκοτάδι θα παίξει ο ίδιος ο χώρος, το υπέροχο συγκρότημα, που λόγω της οικονομικής κρίσης παραμένει όλο το χρόνο άδειο. Δεν μετακομίζει κανένας άλλος εκεί, ερημώνει, αρχίζει να καταστρέφεται, να γίνεται τρομακτικό και εν τέλει αυτό το πάρκο με τις πικροδάφνες γίνεται το κενοτάφιο της σχέσης αυτών των δύο ανθρώπων».

Την δική σου ηρωίδα, την Μάρτα ποια χρώματα την χαρακτηρίζουν όμως και πώς την γνώρισες μαζί με τον Γρηγόρη Καραντινάκη; «Είναι μία γυναίκα φιλόδοξη, γειωμένη, λογική. Η ίδια η δουλειά της την καθιστά αρκετά σκληρή και αδυσώπητη, καθότι είναι διευθύντρια ανθρώπινου δυναμικού σε μία μεγάλη εταιρεία. Δηλαδή είναι αυτή που επιλέγει ποιος θα προσληφθεί, ποιος θα απολυθεί και μάλιστα είναι αυτή που τους το ανακοινώνει. Επομένως μιλάμε για μία γυναίκα η οποία ξέρει πολύ καλά τι θέλει και το διεκδικεί αλλά, ταυτόχρονα, από τρομερή ανασφάλεια έχει μάθει να βάζει μπροστά μόνο την λογική σκέψη και να θάβει όσο πιο πολύ μπορεί τα συναισθήματά της».

«Έχοντας από πολύ νωρίς καθαρή εικόνα της ηρωίδας, ο σκηνοθέτης μας με καθοδήγησε με πολύ ομαλό και αβίαστο τρόπο στο να την αγαπήσω χωρίς να την συμπονώ. Για να μπορέσω να την υπερασπιστώ απόλυτα σκηνικά έπρεπε να αφαιρέσω οποιαδήποτε συναισθηματική δικαιολογία όσον αφορά τα λόγια και τις πράξεις της. Με τις υποδείξεις του Γρηγόρη Καραντινάκη, έπρεπε να βγει στο πρόσωπο της όλη η σκληρότητα της κοινωνίας και των ανθρώπων απέναντι στον αδύναμο, σ’ αυτόν που έχει ανάγκη. Εύχομαι να το καταφέραμε».

Ασφαλώς και ο στόχος επιτεύχθη εξαίσια, θα υπογραμμίσω με τη σειρά μου, για να περάσω στον άκρως επίκαιρο χαρακτήρα της ιστορίας. «Έχουμε δύο βασικούς άξονες, την οικονομική κρίση και το έρημο τοπίο. Αυτό το ζευγάρι είναι το ζευγάρι της διπλανής πόρτας, ο καθένας από μας, ο φίλος μας, ο συγγενής μας. Είναι η ιστορία που έχουμε ακούσει πολλές φορές όλα τα α χρόνια της κρίσης, την έχουμε δει ως και στην τηλεοπτικές ειδήσεις. Ο άντρας χάνει τη δουλειά του και χάνει την γη κάτω απ’ τα πόδια του. Χάνει την υπόσταση του, εκεί έχει την ανάγκη από την σύντροφό του να τον στηρίξει, να βρουν ξανά μαζί νέες ισορροπίες. Αλλά δυστυχώς αυτό δε συμβαίνει συχνά. Όπως δεν συμβαίνει και στη δική μας ιστορία. Και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα οι δύο τους να αποξενώνονται, να φτάνουν σε ακραίες συμπεριφορές, να αποκτηνώνονται. Δεν είναι επίκαιρο αυτό; Δεν έχουμε ακούσει άπειρες τέτοιες ιστορίες; Kαι σε όλο αυτό το θολό τοπίο, έρχεται να προστεθεί ένας έρημος τόπος, ένα τεράστιο οικοδομικό συγκρότημα που δεν κατοικείται ποτέ, από κανέναν άνθρωπο. Ένας χώρος προορισμένος να γεμίσει με ανθρώπους μένει άδειος. Και όταν γίνεται αυτό αρχίζει αυτός ο χώρος να γίνεται αγριευτικός, τρομακτικός, επιθετικός» τονίζει η ηθοποιός.

«Κάτι αντίστοιχο δηλαδή με την καραντίνα που ζήσαμε όλοι. Άδειοι δρόμοι, κλειστά καταστήματα, κλειστά θέατρα, άνθρωποι κλεισμένοι πίσω από σφραγισμένες πόρτες, τρομαγμένοι, αβέβαιοι για το μέλλον… Ναι, είναι πολύ επίκαιρο το έργο γιατί είναι μία ιστορία εγκλεισμού, στην οποία οι άνθρωποι πίσω από τις κλεισμένες πόρτες σιγά σιγά αρχίζουν να οδηγούνται στον όλεθρο χωρίς κανείς να το ξέρει και κανείς να μην ασχολείται».

Ειδική αναφορά δεν θα μπορούσε να μην γίνει, τέλος, για τον ειδικά διαμορφωμένο σκηνικό χώρο του Nerium Park. «Ο σκηνοθέτης μας δεν επέλεξε μία θεατρική σκηνή για το ανέβασμα του έργου αλλά μία αίθουσα, η οποία διαμορφώθηκε από το μηδέν ώστε να θυμίζει πραγματικά ένα σπίτι του 2021. Δεν υπάρχουν θεατρικά φώτα, δεν υπάρχουν αλλαγές σκηνικών και τα πάντα γίνονται από εμένα και τον Αστέρη Πελτέκη που βρισκόμαστε επί σκηνής. Δεν υπάρχει τίποτα φτιαχτό, σε εισαγωγικά θεατρικό. Είναι μια παράσταση χειροπιαστή όπου όλα συμβαίνουν από τους ίδιους τους ήρωες από την αρχή μέχρι το τέλος. Και οι θεατές είναι οι αθέατοι κάτοικοι του ερήμου τοπίου. Κάθονται γύρω γύρω από το σκηνικό, σαν να κοιτάνε μέσα από κλειδαρότρυπα τη ζωή αυτού του ζευγαριού. Δημιουργεί ένα παράδοξο όλο αυτό, ότι ενώ οι ήρωες τρομάζουν από την έλλειψη ανθρώπων στο μέρος που ζούνε, οι θεατές είναι αποπνικτικά γύρω τους παρακολουθώντας κάθε τους κίνηση».

«Είμαστε πολύ συγκινημένοι, διότι αυτός ο ιδιαίτερος σκηνικός χώρος επιδρά διαφορετικά αλλά πάντα έντονα στους θεατές. Βγαίνουν και μας λένε πόσο πολύ τους αρέσει που παρακολουθούν την ζωή αυτών των δύο ανθρώπων σαν να έχουνε μπει μέσα στο σπίτι τους. Με πόση αγωνία βλέπουν την εξέλιξη της σχέσης, ανίκανοι να παρέμβουν, ενώ ταυτόχρονα ταυτίζονται σε πάρα πολλές περιπτώσεις με έναν από τους δύο χαρακτήρες. Και αυτό διότι έχουν περάσει κάτι αντίστοιχοή έχουν ακούσει μία τέτοια ιστορία, και φυσικά δεν περιμένουν και δε γνωρίζουν την κατάληξη της. Είναι υπέροχο να βλέπεις, έστω και με αυτές της απρόσωπες μάσκες τα μάτια των ανθρώπων που δακρύζουν, που θυμώνουν, που συμπάσχουν» καταλήγει η Βιργινία Ταμπαροπούλου.

Τα πουλιά, του Κόνορ ΜακΦέρσον
Δευτέρα και Τρίτη στον Πολυχώρο Vault

Σε μια ατμοσφαιρική θεατρική διασκευήα πό τον βραβευμένο Ιρλανδού συγγραφέα, Conor McPherson ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα η συναρπαστική ιστορίας της Daphne du Maurier στην οποία και βασίστηκε η ομώνυμη κινηματογραφική ταινία του Alfred Hitchcock.

Ο Λεωνίδας Παπαδόπουλος αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει με μεράκι ένα μυστηριώδες παραμύθι για την εκδίκηση της φύσης προς τον άνθρωπο, το οποίο εξελίσσεται σε ψυχολογικό θρίλερ που διαπραγματεύεται θέματα που αφορούν τον Θεό, την επιβίωση και την λογοτεχνία.

Σμήνη πουλιών αρχίζουν να επιτίθενται βίαια κατά τη διάρκεια της παλίρροιας οδηγώντας τον Νατ, έναν τύπο που πάσχει από πονοκεφάλους και την Νταϊάν, μια πρώην μυθιστοριογράφο να καταφύγουν σε ένα απομονωμένο σπίτι δίπλα σε μια λίμνη. Χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και με λίγα αποθέματα τροφίμων, οι σχέσεις δοκιμάζονται την ίδια ώρα που οι ελπίδες για σωτηρία εξανεμίζονται και η άφιξη μιας νεαρής μυστηριώδους γυναίκας απειλεί να καταστρέψει τις ήδη εύθραυστες ισορροπίες.

Στη σκηνή συναντάμε τον Στέλιο Ψαρουδάκη, που για ακόμα μια φορά καταφέρνει να αγγίξει λεπτομερώς τις πτυχές του ήρωα του, την Ειρήνη Αρβανίτη, την Άννα Θεοδωρίδου και τον Έκτορα Γασπαράτος. Ειδική μνεία αξίζει να κάνω στον αγαπητό φίλο Μάνο Αντωνιάδη, του οποίου η μουσική και ο ηχητικός κόσμος που έχει δημιουργήσει, κατορθώνουν να ταξιδέψουν τον θεατή σε ένα τοπίο εγκαταλελειμμένο.

Αυτοί που περπατούν στα σύννεφα, του Γιάννη Σκαραγκά
Σάββατο και Κυριακή στο θέατρο Olvio

«Γι αυτούς δεν υπάρχει ούτε χαρά μήτε πόνος. Αλλαγή ή τέρμα, νύχτα ή ημέρα. Αλλά στόμα με στόμα, καρδιά στην καρδιά, κατά πως λεν οι εραστές» Rupert Brooke (1886-1915).

Σε μια παράσταση υψηλής αισθητικής και διαμαντιών ερμηνειών απλώνεται ένα ταξίδι από τη Σκύρο στην Αγγλία και από την Αγγλία στην Ικαρία και τον Πειραιά. Ένα ταξίδι από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στο σήμερα. Ένα ταξίδι στις αγωνίες και στους φόβους των ανθρώπων που είναι άλλοτε παράλογοι ή παράλογα λογικοί, άλλοτε εμπαθείς ή συμπαθείς και άλλοτε ειλικρινείς και σπαρακτικοί.

Ένα παντρεμένο ζευγάρι, μια νοσοκόμα, τρεις φίλοι, ένας νεκροθάφτης, η Βιρτζίνια Γούλφ και ο κος Στιντ, ένας άντρας, η μάνα και μια πόρνη, συζητούν ή μονολογούν για τον Άγγλο ποιητή Ρούπερτ Μπρουκ που απεβίωσε στη Σκύρο κατά τη διάρκεια του A’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Την ιστορία για τις αναμνήσεις των ανθρώπων του συγγραφέα Γιάννη Σκαραγκά αναλαμβάνει να φέρει στη σκηνή, με έμφαση στην κίνηση, η Νατάσα Παπαμιχαήλ έχοντας ένα έξοχο ερμηνευτικό υλικό στα χέρια της με πρωταγωνιστή τον Χριστόδουλο Στυλιανού. Δίπλα του σε όμορφες στιγμές βρίσκουμε την Έλενα Αρβανίτη, την Χριστίνα Δενδρινού, την Καλλιόπη Καραμάνη, τον Ηλίας Μπαγεώργος και την Γιούλη Μπανούση ενώ… ακούμε την φωνή της Ιωάννα Μαυρέα υπό τους ήχους του Αναστάσιου Μισυρλή που παίζει τσέλο επί σκηνής.