Έλληνες, οι οποίοι ζουν και εργάζονται στις εμπόλεμες ζώνες, καταγράφουν με τη δική τους ματιά τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν και περιγράφουν στον Αντώνη Σρόιτερ τις στιγμές που οι βόμβες και οι πυροβολισμοί γίνονται κομμάτι της καθημερινότητάς τους.
Η Παναγιώτα άφησε την ασφάλεια της Ελλάδας, την οικογένεια και τα παιδιά της και ταξιδέψε στο μακρινό και φλεγόμενο Αφγανιστάν για να εργαστεί σε έναν οργανισμό για την ανασυγκρότηση της χώρας. Σήμερα, είναι υποχρεωμένη να ζει σε ένα σπίτι φρούριο, να βλέπει τις βόμβες να σκάνε γύρω της, να κυκλοφορεί με φρουρούς και θωρακισμένο αυτοκίνητο και να φοράει μπούργκα για να μην δίνει στόχο.
Η Ρίτσα είναι η προσωποποίηση της φράσης «ο έρωτας σε πάει παντού». Για χάρη του έρωτα, άφησε την ασφάλεια της Αθήνας, και ακολούθησε τον σύντροφό της, στο Έρμπιλ του Ιρακινού Κουρδιστάν. Λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη που ζει, είναι το μέτωπο με τους τζιχαντιστές, οι Κούρδοι κάνουν ότι είναι δυνατό για να τους κρατήσουν έξω από την πόλη. Έμαθε να ζει με τον κίνδυνο, να ακούει τους πυροβολισμούς, τις εκρήξεις και τις σειρήνες.
Ο Χρήστος είναι δάσκαλος σε ελληνικό σχολείο. Χρειάστηκε να μετακομίσει για να βρει μια θέση ανοικτή και να διοριστεί. Όμως, δεν μετακόμισε σε άλλη πόλη, αλλά σε άλλη χώρα. Και όχι σε οποιαδήποτε χώρα. Στην Ανατολική Ουκρανία και το Ντόνεσκ, εκεί που Ουκρανοί και Ρωσόφιλοι μάχονται μήνες τώρα για τον έλεγχο της περιοχής. Καθημερινά, διδάσκει στα Ελληνόπουλα της ομογένειας τη γλώσσα της πατρίδας. Γύρω του, καίγονται κτίρια, πέφτουν βόμβες, σκοτώνονται άνθρωποι.