Στον καναπέ της Νάνσυς Ζαμπέτογλου κάθισε η Ζήνα Κουτσελίνη, η οποία άνοιξε την καρδιά της και εξομολογήθηκε μεταξύ άλλων το δράμα που πέρασε με την οικογένειά της, καθώς ο πατέρας της και ο αδερφός της πέθαναν από το αλκοόλ.
«Τον αδερφό μου τον βοήθησα όσο μπορούσα και ήμουν δίπλα του μέχρι το τέλος. Νομίζω ότι στη δική μου την περίπτωση, το κακό είναι ότι και ο μπαμπάς και ο αδερφός πέθαναν από το αλκοόλ. Εγώ σώθηκα. Νιώθω ότι οι άνθρωποι που είναι αλκοολικοί, δεν καταλαβαίνουν ότι αυτό που τους λες, είναι από αγάπη. Έβλεπα τον αδερφό μου που ερχόταν σε μια καφετέρια να πιούμε καφέ και τρίκλιζε. Τι διάλογο να κάνεις;
Τους αλκοολικούς πρέπει να τους διώχνεις. Αυτό που έκανα εγώ δεν ήταν το σωστό. Υποσχέθηκα όμως στη μάνα μου όταν πέθαινε ότι εγώ από εδώ και πέρα θα τον φροντίσω. Αυτή την υπόσχεση τήρησα. Αν έπρεπε να ακολουθήσω αυτό που η Ζήνα θα έκανε στον εαυτό της, θα ήταν να του κλείσω για πάντα την πόρτα για να φτάσει στον πάτο, γιατί ίσως από αυτόν τον πάτο θα σωζόταν. Σερνόταν στους δρόμους, τον μάζευαν από τους δρόμους, τον πήγαιναν στα νοσοκομεία. Αν στον πάτο τον βοηθήσεις, καταστρέφεις και τη δική σου οικογένεια γιατί συμμετέχεις στο πρόβλημα.
Τον είχαμε κάνει αγκαλιά, αλλά και αυτή την αγκαλιά ποτέ δεν την αναγνώριζε γιατί δεν ήταν σε θέση να την αναγνωρίσει. Όταν ήταν καλά, ήταν ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου, αλλά από εκεί και πέρα ήταν αυτοκαταστροφικός. Ήμουν προετοιμασμένη ότι θα πεθάνει, απλά έπρεπε να διαλέξει εκείνος το τέλος, δεν είχα δικαίωμα να το κάνω εγώ. Εγώ επέμενα να ξαναμπεί να κάνει αποτοξίνωση, μπήκε να κάνει, έπαθε λοίμωξη του αναπνευστικού και πέθανε.
Στη Σκόπελο ήμουν η κόρη του μεθύστακα και όχι ενός ανθρώπου που είχε ολόκληρη αυτοκρατορία. Ο πατέρας μου είχε δέκα μαγαζιά, ήταν αυτοδημιούργητος. Κατάφερε να χτίσει μια ολόκληρη αυτοκρατορία μαζί με το αλκοόλ. Ένιωθα ντροπή, ένιωθα ότι ήθελα να τον βοηθήσω και δεν μπορούσα. Ήμουν μικρή, έβλεπα τη μάνα μου να το παλεύει και το πάλεψε πολύ. Η μάνα μου είναι η σύγχρονη ηρωίδα. Δεν έφυγε ποτέ από το πλάι του πατέρα μου».