Zappit

Ρούλα Πισπιρίγκου: «Δεν σκότωσα την Τζωρτζίνα – Ήταν η αδυναμία μου»

Τη γραμμή της πλήρους άρνησης των κατηγοριών για την ανθρωποκτονία της 9χρονης Τζωρτζίνας ακολουθεί στο απολογητικό υπόμνημα που κατέθεσε ενώπιον της 18ης ανακρίτριας η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Η 33χρονη γυναίκα, η οποία με σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέα κρίθηκε προφυλακιστέα το βράδυ της Δευτέρας, 04.04.2022, έχει ήδη μεταφερθεί στην ΓΑΔΑ, όπου θα περάσει το βράδυ, ενώ πιθανότατα θα μεταφερθεί σε ειδικά διαμορφωμένη πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού την Τρίτη, 05.04.2022.

Η 33χρονη κατηγορούμενη αρνείται στο σύνολό της την κατηγορία όπως αναφέρει χαρακτηριστικά αναφέροντας ότι ουδέποτε επιδίωξε, επιθύμησε ή προκάλεσε το θάνατο της 9χρονης κόρης της, η οποία όπως λέει χαρακτηριστικά ήταν και η μεγάλη της αδυναμία και η απώλεια της οποίας όπως τονίζει διατάραξε την ενότητα της οικογένειας της, που διέμενε στην Πάτρα, με την υπόθεση να έχει συγκλονίσει το πανελλήνιο.

«Αρνούμαι στο σύνολο της την αποδιδόμενη σε μένα κατηγορία, ποτέ δεν επιδίωξα, επιθύμησα ή προκάλεσα το θάνατο του παιδιού μου. Καμιά μητέρα δεν μπορεί να κάνει κακό στο ίδιο της το παιδί. Η Τζωρτζίνα ήταν το πρώτο μου παιδί και αποτελούσε την μεγάλη μου αδυναμία. Ο θάνατός της, που ακολούθησε τα τραγικά περιστατικά που είχαν λάβει χώρα σε βάρος των δύο άλλων παιδιών τα οποία είχαν νωρίτερα χάσει τη ζωή τους από άλλες αιτίες, ήρθε ως τελειωτικό χτύπημα για μένα, ενώ αποτελούσε και το τελειωτικό χτύπημα σε βάρος της οικογένειάς μου, η ενότητα της οποίας άρχισε μετά από τα ανωτέρω τραγικά γεγονότα να κλυδωνίζεται μέχρι σημείου να έχει σήμερα σχεδόν διαλυθεί οριστικά» τονίζει στο απολογητικό της υπόμνημα η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Μάλιστα η 33χρονη κατηγορούμενη άφηνε αιχμές για το κατηγορητήριο που έχει συνταχθεί σε βάρος της, κάνοντας λόγο για «τυχαία στοιχεία» στα οποία -όπως λέει- βασίζεται η κατηγορία, ενώ επισημαίνει ότι ως μητέρα της Τζωρτζίνας, εκείνη όφειλε να είναι η σύνοδος του παιδιού στο νοσοκομείο. Η κατηγορούμενη, ταυτόχρονα, εκθέτει δυο λόγους για τους οποίους είναι αβάσιμος, όπως υποστηρίζει, ο ισχυρισμός ότι η κεταμίνη δόθηκε από εκείνη στο παιδί.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει, «η συγκεκριμένη ουσία δεν διατίθεται σε φαρμακεία και διακινείται αποκλειστικά από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς σε αυστηρά περιορισμένο πλαίσιο, μόνο σε δύο χρήσεις μία από τις οποίες είναι η Παιδοχειρουργική. Άρα είναι προφανές ότι στο συγκεκριμένο παιδιατρικό νοσηλευτικό ίδρυμα η σχετική ουσία υπάρχει και υπήρχε κατά την ημερομηνία θανάτου του παιδιού μου».

Η κατηγορούμενη, μάλιστα, διά της υπεράσπισής της, φέρεται να έχει υποβάλλει διπλό αίτημα προκειμένου να διαπιστωθεί από τις ανακριτικές αρχές εάν την τελευταία τριετία η ΜΕΘ του νοσοκομείου έχει προμηθευτεί την ουσία κεταμίνη και δεύτερον αν τηρείται αρχείο των προσώπων που λαμβάνουν ποσότητα της συγκεκριμένης ουσίας και σε περίπτωση θετικής απόκρισης, εάν το χρονικό διάστημα 27-29/1/2022 έχει ληφθεί από το φαρμακείο του νοσοκομείου ποσότητα της ουσίας.

Ταυτόχρονα, η κατηγορούμενη στο απολογητικό της υπόμνημα, επιχειρώντας να απαντήσει στο γεγονός ότι η Τζωρτζίνα δεν πάθαινε επεισόδια στις ΜΕΘ, φέρεται να απαντά ότι αυτό συνέβη επειδή ο χρόνος νοσηλείας στις ΜΕΘ κάθε νοσοκομείου ήταν συγκριτικά ελάχιστος σε σχέση με το χρόνο νοσηλείας στο θάλαμο της κάθε παιδιατρικής κλινικής.

Η 33χρονη κατηγορούμενη δίνει την δική της εκδοχή στο απολογητικό της υπόμνημα για το πώς έφυγε η Τζωρτζίνα από τη ζωή, επιχειρώντας να εξηγήσει την ανεύρεση της κεταμίνης σε τεράστια ποσότητα στο μεταθανάτιο αίμα της.

«Σύμφωνα με τις καταθέσεις των γιατρών ο χρόνος επίδρασης φαρμακευτικής ουσίας κεταμίνη είναι από 1 έως 20 λεπτά, ανάλογα με τον τρόπο χορήγησης. Πάντα με βάση τις ίδιες καταθέσεις από εμένα ζητήθηκε να εξέλθω του δωματίου στο οποίο γίνονταν προσπάθειες ανάνηψης του παιδιού μου, άμεσα με την έλευση των γιατρών της ΜΕΘ, που αναφέρεται σε χρόνο 3 λεπτών από την ενημέρωση που έκανα στη νοσηλεύτρια. Οι ανωτέρω γιατροί τοποθετούν χρονικά το θάνατο του παιδιού μου στις 14.30, οπότε προσδιορίζουν τα κρίσιμα 20 λεπτά στο χρονικό διάστημα μεταξύ 14.10 – 14.30, δηλαδή σε χρόνο που δίπλα στο παιδί μου βρισκόμουν εγώ» τονίζει η 33χρονη κατηγορούμενη στο απολογητικό της υπόμνημα.

Ταυτόχρονα, υποστηρίζει ότι από τα καρδιογραφήματα που της εστάλησαν μέσω sms από τον παιδοκαρδιολόγο, στις 15.10 καταγράφεται μηχανικά το γεγονός ότι η Τζωρτζίνα ήταν ακόμη ζωντανή γιατί φαίνεται ότι λειτουργούσε ο απινιδωτής με την βηματοδοτική του λειτουργία με ηλεκτρική ανταπόκριση της καρδιάς του παιδιού. «Άρα το κρίσιμο εικοσάλεπτο, εντός του οποίου φέρεται, να χρειάζεται αυτή ουσία για να προκαλέσει το θάνατο, τότε η χορήγηση της έχει γίνει περίπου στις 14.50, δηλαδή σε χρόνο που από εμένα έχει ζητηθεί η αποχώρηση μου από το δωμάτιο, εντός του οποίου παρέμειναν μόνο γιατροί και νοσηλευτές» ισχυρίζεται η Ρούλα Πισπιρίγκου.

Μάλιστα, όπως αναφέρει στο υπόμνημά της, «υπό αυτές τις συνθήκες είναι εξαιρετικά πιθανό να χορηγήθηκε αυτή ουσία στην Τζωρτζίνα από ιατρικό λάθος, υπό την πίεση της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί, διότι σε διαφορετική περίπτωση μου είναι αδύνατο να σκεφτώ τι θα μπορούσε να έχει γίνει και δεν μπορώ να δώσω κάποια άλλη εκδοχή».

Την ίδια στιγμή, ζητώντας να μην προφυλακιστεί, όπως συνηθίζεται στα απολογητικά υπομνήματα, η κατηγορούμενη αναφέρει «σας δηλώνω ότι δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση να «χάσω» την παραμικρή ευκαιρία για να διακηρύξω την αθωότητά μου για την κατάφωρα άδικη, πρωτάκουστη, εξωπραγματική και επονείδιστη κατηγορία που μου προσάπτετε. Για το λόγο αυτό θα εμφανιστώ αυτοπροσώπως όποτε κληθώ εωσότου τελικά δικαιωθώ και απαλλαγώ από την κατάφορη αδικία που με βαραίνει, ενώ ρητά δηλώνω ότι επιφυλάσσομαι παντός νόμιμου δικαιώματός μου, για όλους όσους με κατέστησαν κατηγορούμενη στα μάτια όλης της κοινωνίας, προφανώς για να συγκαλύψουν τις δικές τους ευθύνες για την απώλεια της ζωής της θυγατέρας μου».

Πηγή: Newsit