Αυτό έγραψε ο Φίλιππος Φιλίππου στο ΒΗΜΑ και περιγράφει την υπόθεση:
Δύο σημαντικοί συγγραφείς, ο Ρέιμοντ Τσάντλερ και ο Τζον Λε Καρέ, βοήθησαν άθελά τους τον Χιου Λόρι, ηθοποιό, σκηνοθέτη και μουσικό σε ροκ συγκρότημα, να ξεκινήσει τη λογοτεχνική σταδιοδρομία του. Ο πρώτος τού δάνεισε τα χαρακτηριστικά του Φίλιπ Μάρλοου για να πλάσει τον ήρωά του και ο δεύτερος τον εισήγαγε στα άδυτα των μυστικών υπηρεσιών. Ο 36χρονος ήρωας του Λόρι λέγεται Τόμας Λανγκ, είναι απόστρατος λοχαγός και πρωταγωνιστεί στο Μην πας ποτέ στην Καζαμπλάνκα (πρωτότυπος τίτλος Τhe Gun Seller ). Ανθρωπος μοναχικός, μονίμως αδέκαρος, φυτοζωεί στο Λονδίνο, ψάχνει για δουλειά, οι γυναίκες τον εγκαταλείπουν, νιώθει οίκτο για τον εαυτό του, oδηγεί μια Καβασάκι 1100 και πίνει ουίσκι, κατά προτίμηση Famous Grouse. Για να αντιμετωπίσει τα καθημερινά του έξοδα γίνεται περιστασιακός σωματοφύλακας και μισθοφόρος.
Ωστόσο δεν είναι κανένα ρεμάλι. Αυτοσυστήνεται ως καλός άνθρωπος, με αρχές, αξιοπρεπής και τζέντλεμαν. Η περιπέτειά του αρχίζει στο Αμστερνταμ, όπου ένας άγνωστος του προτείνει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να σκοτώσει τον εκατομμυριούχο Αλεξάντερ Γουλφ.
Οταν πηγαίνει στην Μπελγκράβια, την αριστοκρατική γειτονιά του Λονδίνου, για να ειδοποιήσει τον Γουλφ για το σχέδιο εξόντωσής του, πέφτει πάνω στην κόρη του υποψήφιου θύματος, την όμορφη Σάρα. Η υπόθεση όμως ενδιαφέρει το βρετανικό υπουργείο Αμυνας, το οποίο ο Λανγκ επισκέπτεται. Εκεί πληροφορείται ότι βρίσκεται υπό κατηγορία για την απόπειρα φόνου του Γουλφ: κάποιος θέλει να τον εμφανίσει ως επαγγελματία δολοφόνο. Στην ιστορία εμπλέκονται και οι μυστικές υπηρεσίες της Αμερικής, ειδικά η CΙΑ. Τότε πληροφορείται ότι ο Γουλφ είναι λαθρέμπορος ναρκωτικών.
Οπλα και αίμα
Και ξαφνικά εμφανίζεται ο άνθρωπος που του ανέθεσε να σκοτώσει τον Γουλφ, με τον οποίο καβγαδίζει, οπότε η Σάρα, η μοιραία γυναίκα της ιστορίας, τον πυροβολεί και τον στέλνει στο νοσοκομείο. Διότι αυτός και ο Γουλφ είναι το ίδιο πρόσωπο. Στη συνέχεια ο Γουλφ του μιλάει για τη ζωή του, η οποία απειλείται από εμπόρους όπλων. Κατ΄ αυτόν, ο Πόλεμος του Κόλπου το 1990-1991, επί προεδρίας του Τζορτζ Μπους πατρός, ξεκίνησε από τους κατασκευαστές όπλων.
Ο Γουλφ λέει ότι το σημαντικότερο προϊόν στην παγκόσμια αγορά δεν είναι ούτε το πετρέλαιο ούτε o χρυσός ούτε τα τρόφιμα. Είναι τα όπλα, τα οποία επηρεάζουν άμεσα τις κυβερνήσεις. Και ύστερα ο Γουλφ δολοφονείται και η Σάρα, η κόρη του, εξαφανίζεται. Ο Λανγκ, ο οποίος είναι σφόδρα ερωτευμένος με την κοπέλα, ψάχνει να τη βρει, για χάρη της είναι έτοιμος να πέσει και στη φωτιά, έστω και αν κινδυνεύει να καεί.
Το Μην πας ποτέ στην Καζαμπλάνκα, ένα περιπετειώδες θρίλερ, θα μπορούσε να γίνει χορταστική ταινία. Αλλο ένα θρίλερ, λοιπόν; Ασφαλώς, όχι. Ο Λόρι, ο οποίος αναδεικνύεται δεξιοτέχνης της αφήγησης, δεν ενδιαφέρεται μόνο για την πλοκή. Ο ήρωάς του περιπλανάται μεν σε διάφορα μέρη του κόσμου- Πράγα, Καζαμπλάνκα- όπου συμβαίνουν ποικίλα γεγονότα, τα οποία καθιστούν το μυθιστόρημα αξιανάγνωστο, αλλά στοχεύει στην ευαισθητοποίηση του αναγνώστη στο ζήτημα των πολέμων και των όπλων.
Τα Βαλκάνια, διαβάζουμε, είναι μέρος όπου γίνεται διαχείριση του εμπορίου ναρκωτικών από τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη. Επίσης, μαθαίνουμε ότι το θέμα της λεγόμενης τρομοκρατίας είναι πολύ περίπλοκο. Σε αυτήν δεν εμπλέκονται μόνο επαναστάτες, ιδεολόγοι ή κατ΄ επάγγελμα, μα και κυβερνήσεις, οι οποίες συνεργάζονται με σκοτεινούς ανθρώπους. Κινητήρια δύναμη, κατά τον συγγραφέα, είναι το χρήμα: εξαιτίας του χύνεται αίμα, εξαιτίας του γίνονται οι πόλεμοι και τα εγκλήματα, εξαιτίας του οι άνθρωποι προδίδουν ο ένας τον άλλον. Ο Λόρι εκφράζει έναν εμφανή αντιαμερικανισμό. Βάζει έναν αμερικανό αξιωματούχο να πλέξει το εγκώμιο των όπλων λέγοντας πως τα χρήματα από την πώληση των όπλων δεν πάνε ούτε στην τσέπη του αμερικανού προέδρου ούτε στα θυλάκια κάποιων παραγόντων.
Ο Λόρι πετάει βολές και προς τους λαούς του κόσμου που πλέουν σε πελάγη αδιαφορίας για όσα συμβαίνουν γύρω τους. Σε κάθε περίπτωση, ο Τόμας Λανγκ είναι ένας συμπαθητικός ήρωας, ο οποίος με τον παλιομοδίτικο εγγλέζικο κυνισμό του σαρκάζει τα πάντα και αυτοσαρκάζεται. Διότι το χιούμορ του Λόρι είναι άριστης ποιότητας, καυστικό, ανατρεπτικό, και ο αναγνώστης το απολαμβάνει.