Φως στο Τούνελ: Έτσι έστησαν το σκηνικό θανάτου του Τάκη στη Σαντορίνη!

Σοκάρουν οι λεπτομέρειες που αποκαλύφθηκαν στην εκπομπή 20 μήνες μετά τη δολοφονία του Τάκη Βαζακόπουλου, στη Σαντορίνη.

Την ώρα που η πολύκροτη υπόθεση παίρνει το δρόμο της Δικαιοσύνης, η εκπομπή «Φως στο Τούνελ» έφερε στο φως τις άγνωστες λεπτομέρειες, που προκάλεσαν οργή και αγανάκτηση.

«Παιδιά βάλτε τα δυνατά σας, κάντε ό,τι μπορείτε για να τον βρούμε αλλιώς δεν θα ησυχάσω. Δεν ξέρω που θα κοιμηθώ απόψε, αλλά τουλάχιστον να κοιμηθώ ήρεμος. Έχω να κλείσω μάτι τρεις μήνες από τη μέρα που έγινε αυτό με το φίλο μου». Τα συγκεκριμένα λόγια φέρεται να ανήκουν στον φίλο του θύματος κατά την αρχική του ομολογία για το έγκλημα. Τα είπε στους υπαλλήλους καθαριότητας του δήμου Σαντορίνης στη χωματερή που τους υπέδειξε ως χώρο ταφής του Τάκη. Ο φερόμενος ως δράστης – όπως αρχικά ομολόγησε γιατί στη συνέχεια ανακάλεσε, οδήγησε τους αστυνομικούς στο τρίτο και χαμηλότερο επίπεδο της χωματερής του νησιού. Σημείο που δεν διακρίνεται από την είσοδό της και μόνο κάποιος που το ξέρει μπορεί να φτάσει εκεί. «Εδώ τον άφησα και τον κάλυψα με ξύλα που υπήρχαν από μπάζα», τους είπε χαρακτηριστικά.

Άνθρωποι που συμμετείχαν στην έρευνα αναφέρουν πως τρεις μήνες μετά την ταφή, ο όγκος των σκουπιδιών στο σημείο ήταν τριπλάσιος και ήταν αδύνατον να εντοπιστεί εύκολα το πτώμα του άτυχου παιδιού. Όταν ο φίλος του συνειδητοποίησε πως δύσκολα θα βρισκόταν το πτώμα του, άλλαξε τακτική. Τους έδειχνε διαφορετικά σημεία σαν χώρο ταφής. Έλεγε ότι τον έκαψε και πέταξε τα οστά του σε διάφορα σημεία, τα οποία ερευνήθηκαν από αστυνομικούς του νησιού χωρίς αποτέλεσμα. Άλλη στιγμή, μίλησε για μία στέρνα ότι εκεί εξαφάνισε το πτώμα, την οποία άδειασαν χωρίς φυσικά να βρουν τον Τάκη.

Η ομολογία τρεις μήνες μετά…

Λίγες ώρες πριν και ενώ είχε κληθεί για μία ακόμη κατάθεση στην Ασφάλεια Σαντορίνης γιατί θεωρείτο ύποπτος, φέρεται να ομολόγησε το θάνατο του φίλου του πάνω σε καυγά. Σύμφωνα με πληροφορίες είπε ότι παρέλαβε τον Τάκη εκείνο το μεσημέρι με τη μηχανή του από τη στάση των λεωφορείων και κατευθύνθηκαν προς το σπίτι του σε γειτονική περιοχή.

Κάποια στιγμή που βρέθηκαν στο πάρκινγκ, λογομάχησαν για θέματα της παρέας τους και τον έσπρωξε με δύναμη. Ο Τάκης πέφτοντας χτύπησε το κεφάλι του σε μία μεγάλη πέτρα και έμεινε αναίσθητος. Στις απανωτές ερωτήσεις των αστυνομικών έφτασε να αλλάξει δύο φορές την περιγραφή για τις συνθήκες θανάτου του φίλου του. Τη μια είπε ότι ενώ οδηγούσε αυτός τη μηχανή, ο Τάκης ζαλίστηκε και έπεσε και την άλλη ότι ενώ οδηγός ήταν ο Τάκης, ξέφυγε από την πορεία του και χτύπησε. Ισχυρίστηκε πως όταν συνειδητοποίησε το θάνατο του φίλου του, μετέφερε μόνος του το πτώμα με το αυτοκίνητό του στη χωματερή. Μετά είπε πως τον βοήθησαν άλλα δύο άτομα.

Έστησε σκηνικό αυτοκτονίας

Ανατριχίλα προκαλούν τα όσα φέρεται να κατέθεσε για τις προσπάθειες του να καλύψει το έγκλημα. Άφησε ο ίδιος την ταμπακιέρα του Τάκη στην Καλντέρα όπου συνήθιζε να πηγαίνει και να ακούει μουσική. Ήθελε να φανεί η εξαφάνισή του φίλου του σαν αυτοκτονία.

Εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι την περίοδο εκείνη ο άτυχος νέος ήταν πεσμένος ψυχολογικά από ένα πρόβλημα υγείας που αντιμετώπιζε. Γνώριζε ότι ο Τάκης λίγες μέρες πριν, είχε αφήσει ένα σημείωμα απελπισίας στη μητέρα του. Οι συγγενείς του πρόλαβαν τότε τα χειρότερα. Κινητοποιήθηκαν άμεσα και τον βρήκαν να κάθεται αναστατωμένος στην Καλντέρα. Συνήλθε όταν διαπίστωσε απ’ το γιατρό ότι το πρόβλημα της υγείας του είχε ξεπεραστεί.

Για να μην βρεθούν ίχνη στα οχήματα που χρησιμοποίησε, προσπάθησε να τα πουλήσει βάζοντας αγγελίες στο Διαδίκτυο κάτι που εντόπισε η ζωντανή έρευνα του «Τούνελ». Παρακολουθούσε την εκπομπή και αμέσως «κατέβασε» τις αγγελίες.

Μία άλλη χαρακτηριστική λεπτομέρεια στην υπόθεση είναι και η εξής: Στην αρχική του ομολογία που στη συνέχεια ανακάλεσε, μετέφερε ένα περιστατικό που συνέβη στον Τάκη το πρωινό της εξαφάνισής του που μόνο ένα άτομο γνώριζε. Ισχυρίστηκε πως του το ανέφερε ο ίδιος ο φίλος του το μεσημέρι που συναντήθηκαν. Το περιστατικό αυτό διασταυρώθηκε λίγους μήνες μετά, από τον μοναδικό άνθρωπο που το γνώριζε.

Μαρτυρία που δόθηκε στο «Τούνελ» εξετάζεται ως ιδιαίτερα σοβαρή. Τη νύχτα εκείνη ο φερόμενος ως δράστης, ο Τάκης και η παρέα τους κατέληξαν στο σπίτι του πρώτου όπου έστησαν ένα μικρό πάρτι με δυνατή μουσική. Κάποια στιγμή ακούστηκαν έντονες φωνές από το σπίτι, η πόρτα άνοιξε και ο Τάκης βγήκε τρέχοντας κυνηγημένος από συγκεκριμένα άτομα. Ακούστηκαν μπουκάλια να σπάζουν, κραυγές πόνου του παιδιού και στη συνέχεια ένα αυτοκίνητο να απομακρύνεται με ταχύτητα. Λίγες ώρες μετά, ο μάρτυρας πήγε στο σημείο και είδε ότι κάποιος είχε σκουπίσει τα σπασμένα γυαλιά.

«Μετανιώνω γι’ αυτό που συνέβη στο φίλο μου. Μακάρι να το είχα αναφέρει απ’ την πρώτη ημέρα», φέρεται να είπε στους αστυνομικούς. Μετά την ομολογία του, τα πήρε όλα πίσω. Φίλοι και συγγενείς του ισχυρίστηκαν στο «Τούνελ» ότι τα όσα είπε ήταν αποτέλεσμα ψυχολογικής βίας και έντονης πίεσης από τους αστυνομικούς.

https://www.youtube.com/embed/SqEO3qU9OlQ

Και νέα τραγωδία στην οικογένεια του Τάκη…

Σχεδόν ένα χρόνο μετά την άγρια δολοφονία του νεαρού μουσικού, νέα τραγωδία χτύπησε και πάλι την οικογένεια του. Η μητέρα του άτυχου νέου Μαρία Δαμασκηνού, αφυπνίστηκε απότομα από τον αβάσταχτο λήθαργο για τον χαμό του, όταν κόντεψε να χάσει και τον μεγάλο της γιο, τον Αλέκο.

Στις 9 Ιουλίου του 2015 ένα τζιπ παραβίασε το στοπ και έπεσε με μεγάλη ταχύτητα πάνω στο μηχανάκι που οδηγούσε ο μεγάλος της γιος. Εργαζόταν σαν διανομέας για εστιατόριο του νησιού προκειμένου να βοηθήσει οικονομικά τη μητέρα του. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή. Ο Αλέκος τραυματίστηκε σοβαρά. Στην αρχή μεταφέρθηκε στο Κέντρο Υγείας Σαντορίνης αλλά λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης του διεκομίσθη στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο Ηρακλείου όπου οι γιατροί έδωσαν μάχη για να σωθεί.

«Κρατήθηκα στη ζωή για να σώσω το άλλο μου παιδί…»

Με δάκρυα στα μάτια η τραγική μάνα διηγήθηκε στην κάμερα του «Τούνελ» τις δύσκολες στιγμές που έζησε. Ήταν γύρω στις δέκα το βράδυ και καθόταν στην αυλή του σπιτιού της με τον πατέρα της. Στον αέρα ακούστηκαν οι σειρήνες ενός ασθενοφόρου και αναρωτήθηκε φωναχτά: «Ποιο παιδάκι να ‘ναι;». Σε λίγα λεπτά την ενημέρωσαν τηλεφωνικά ότι το παιδί στο ασθενοφόρο ήταν το δικό της. Η κραυγή του πόνου της, ακούστηκε σε όλο το νησί…

Για τους επόμενους τέσσερις μήνες με στοργή και αφοσίωση πολτοποιούσε τροφές για να ταΐζει με καλαμάκι το παιδί που της απέμεινε στη ζωή. Μάνα και γιος με πείσμα κρατήθηκαν ό ένας απ’ τον άλλο και τελικά απ’ την ίδια τη ζωή, που κάποιοι στέρησαν απ’ τον Τάκη τους.

«Ας με λυπηθεί κάποιος…»

Η Μαρία Δαμασκηνού με το φυλαχτό του αδικοχαμένου της παιδιού κρεμασμένο στο λαιμό της, προσπαθεί κάθε μέρα να έρχεται αντιμέτωπη με την πιο σκληρή πραγματικότητα. Ο πόνος στα λόγια της δεν αφήνει κανένα ασυγκίνητο: «Αφού ομολόγησε ο φίλος του δίνοντας και λεπτομέρειες, γιατί αυτός να κυκλοφορεί ελεύθερος και να μην ξέρω που βρίσκεται ο Τάκης μου; Τον βλέπω συνεχώς στον ύπνο μου. Μου απλώνει τα χέρια και μου λέει: Μάνα πάρε με… Είναι άλλοτε στη θάλασσα, άλλοτε σε σπηλιά… Δεν ξέρω που να πάω να τον βρω… Ποια μάνα, ποιον γονιό να παρακαλέσω να με λυπηθεί και να μου πει που έχουν το παιδί μου…»

Όπως και κείνη έτσι και ο αδελφός του άτυχου μουσικού, καθημερινά συναντούν στο νησί τους ανθρώπους που εμπλέκονται στη δολοφονία του. Δεν αντιδρούν. Με υπομονή περιμένουν τη δικαίωση…

https://www.youtube.com/embed/z6iarAgmtWQ

Πηγή: anikolouli.gr