Πριν εμφανιστούν τα σύννεφα της κρίσης πάνω από την Ελλάδα, τα καζίνο ήταν συνώνυμα της χλιδής και της πολυτέλειας. Έξω από τους ναούς του τζόγου, σχηματίζονταν ατελείωτες ουρές από ανθρώπους που ήθελαν να δοκιμάσουν την τύχη τους και μέσα το χρήμα έρεε άφθονο πάνω στα τραπέζια και τις ρουλέτες. Οι εργαζόμενοι θυμούνται τον χορό εκατομμυρίων που στηνόταν γύρω από μία «μπιλιά», βαθύπλουτους κροίσους να μοιράζουν φιλοδωρήματα σαν μαρουλόφυλλα και events με celebrities που τραβούσαν τον κόσμο σαν μαγνήτης.
Σήμερα, δεν έχει μείνει τίποτα να θυμίζει τις χρυσές εποχές των καζίνο. Τα τραπέζια και τα μηχανήματα μένουν άδεια, το χαμόγελο από τα πρόσωπα των θαμώνων έχει εξαφανιστεί, οι εργαζόμενοι αναγκάζονται να αγωνιστούν για να πάρουν τους μισθούς τους, έστω και με καθυστέρηση, και ο τζίρος των επιχειρήσεων έχει κατρακυλήσει κατά 70%.
Η κάμερα της «Αυτοψίας» μπήκε μέσα στα τέσσερα μεγαλύτερα καζίνο της χώρας, στην Πάρνηθα, το Λουτράκι, το Ρίο και τη Θεσσαλονίκη. Επίσης, ταξίδεψε ως τα Σκόπια, ακολουθώντας τη διαδρομή όσων επιλέγουν να διανύσουν τα περίπου 80 χιλιόμετρα από το κέντρο της Θεσσαλονίκης μέχρι τα σύνορα στη Γευγελή, όπου οι Σκοπιανοί έχουν φτιάξει δύο καζίνο με μόνο στόχο τους Έλληνες παίκτες. Καθημερινά, χιλιάδες κάτοικοι της βόρειας Ελλάδας περνούν τα σύνορα και αφήνουν πολύτιμο συνάλλαγμα στους Σκοπιανούς. Η κυβέρνησή τους επιβάλει μηδενικό σχεδόν φόρο στα καζίνο ώστε αυτά να μπορούν να είναι πολύ πιο ανταγωνιστικά από τα ελληνικά.
Κάποτε, λοιπόν, οι ξένοι έφερναν συνάλλαγμα στην Ελλάδα, παίζοντας στα ελληνικά καζίνο. Τώρα, το δικό μας συνάλλαγμα χάνεται στα καζίνο των Σκοπίων.