Θρίλερ για γερά νεύρα στο Πέραμα! Η μυστηριώδης εξαφάνιση που προκαλεί ερωτηματικά…
«Ένα ή δύο χρόνια πριν έρθει στην Ελλάδα, τον απήγαγαν για να ζητήσουν λύτρα και από τότε έχει ένα σημάδι στο κούτελο από πυροβολισμό».
O Γρηγόρης Μπερικασβίλι είχε μια απίστευτη ιστορία πίσω του, που κουβαλούσε διακριτικά. Κανείς δεν ήθελε να καταλάβει ότι ήταν εύπορος στην πατρίδα του και πως την Ελλάδα την επέλεξε για να νιώσει ασφάλεια, αφού είχε πέσει θύμα απαγωγής για λύτρα. Δεν δίστασε να πιάσει δουλειά σαν ναυτεργάτης στο Πέραμα και να μείνει σε ένα φτωχόσπιτο. Η περίεργη εξαφάνιση του έγινε αντιληπτή από τον στενό του φίλο Ροβέρτο Σιδηρόπουλο.
«Τον πήρα στο τηλέφωνο για να έρθει για δουλειά και δεν μου απάντησε. Στην αρχή δεν έδωσα σημασία. Όταν πέρασαν δεκαπέντε μέρες και δεν ανταποκρινόταν στις κλήσεις μου, άρχισα να ανησυχώ. Ρώτησα κοινούς γνωστούς, αλλά κανένας δεν ήξερε που ήταν», είπε στο «Τούνελ».
Τον περιέγραψε σαν ένα ήσυχο άνθρωπο που απέφευγε τα μπλεξίματα, δεν ενοχλούσε κανέναν και τον αφορούσε μόνο η δουλειά του. «Το μόνο που ξέρω είναι πως κάποιος του χρωστούσε χρήματα, περίπου δυόμιση με τρεις χιλιάδες ευρώ».
Ο αγνοούμενος του είχε εκμυστηρευτεί πως είχε αποταμιεύσει περίπου είκοσι χιλιάδες ευρώ. «Από τότε που χάθηκε άρχισα να σκέφτομαι το ενδεχόμενο μήπως έδωσε τα χρήματα αυτά σε κάποιον και αυτό στάθηκε αφορμή για να εξαφανιστεί», ανέφερε ο φίλος του στο «Τούνελ».
«Σπάσαμε το παράθυρο για να μπούμε στο σπίτι…»
Για περίπου είκοσι μέρες και ενώ ο Γρηγόρης δεν είχε δώσει σημεία ζωής, το κινητό του τηλέφωνο δεχόταν κανονικά κλήσεις. «Δεν απάντησε στα τηλεφωνήματα μου, αλλά το γεγονός ότι το κινητό του τηλέφωνο λειτουργούσε, σημαίνει ότι όποιος το είχε στην κατοχή του, το φόρτιζε για να μη μείνει από μπαταρία», είπε ο φίλος του στο «Τούνελ».
Μετά από σχεδόν ένα μήνα σιωπής, ο φίλος αποφάσισε να πάει στο σπίτι του Γρηγόρη μαζί με έναν ακόμη γνωστό τους, για να τον αναζητήσουν. «Βρήκαμε τον ιδιοκτήτη και του ζητήσαμε την άδεια να μπούμε στο διαμέρισμα του ανήσυχοι μήπως του συνέβη κάτι. Ο άνθρωπος δεν είχε δεύτερα κλειδιά και μας επέτρεψε να σπάσουμε το παράθυρο για να μπούμε μέσα», ανέφερε.
Το σπίτι εσωτερικά δεν έδειχνε σημάδια αναστάτωσης. Το κρεβάτι ήταν στρωμένο και τα πράγματα του τακτοποιημένα. Στο ψυγείο υπήρχε ένα μπολ με φαγητό, ένα γιαούρτι που είχε λήξει και μια συσκευασία ψωμιού με ημερομηνία παρασκευής και λήξης τον Αύγουστο του 2017. Οι ημερομηνίες στα τρόφιμα ταιριάζουν με το χρονικό διάστημα που σύμφωνα με τον φίλο χάθηκαν τα ίχνη του Γρηγόρη. Στη συνέχεια το σπίτι όπου έμενε ο αγνοούμενος ερευνήθηκε από την αστυνομία και μέχρι σήμερα παραμένει στην ίδια κατάσταση.
«Τον απήγαγαν για λύτρα και ήρθε στην Ελλάδα για να είναι ασφαλής…»
Ο φίλος του Γρηγόρη πήγε στο αστυνομικό τμήμα Περάματος για να ενημερώσει για την εξαφάνιση. «Αν ο Γρηγόρης αποφάσιζε να φύγει για κάποιο λόγο και για μεγάλο χρονικό διάστημα, θα μου το είχε αναφέρει. Ήμασταν δεμένοι για πολλά χρόνια, όλη μέρα μαζί στο μεροκάματο…», τόνισε ο Ροβέρτος Σιδηρόπουλος.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Γρηγόρης δεν κάπνιζε, δεν έπινε, έβγαινε σπάνια και μετά τη δουλειά ασχολούνταν με χειροτεχνίες και με τον φορητό του υπολογιστή που δεν βρέθηκε. Στο σπίτι που έμενε υπάρχουν ακόμα όλα του τα ρούχα τακτοποιημένα και οι εργατικές φόρμες που φορούσε στη δουλειά. «Δεν μάζεψε τα πράγματα του για να ταξιδέψει. Είχε σε τάξη τους λογαριασμούς του και ήταν συνεπής στις φορολογικές του δηλώσεις. Η εξαφάνιση του είναι κάτι το περίεργο», ανέφερε στο «Τούνελ» ο φίλος του.
Όταν η μητέρα του αγνοούμενου Γρηγόρη ήρθε στην Ελλάδα, τότε έμαθε και ο ίδιος το περιπετειώδες παρελθόν του που είχε σημαδέψει βαθιά τη ζωή του. «Ο παππούς του Γρηγόρη καταγόταν από την Ελλάδα και η μητέρα του διατηρούσε μια εύρωστη επιχείρηση στην Γεωργία. Ένα ή δύο χρόνια πριν έρθει στην Ελλάδα, τον απήγαγαν για να ζητήσουν λύτρα και από τότε έχει ένα σημάδι στο κούτελο από πυροβολισμό. Όταν απελευθερώθηκε φοβόταν πολύ κι έλεγε στους δικούς του πως ήθελε να φύγει από εκείνον τον τόπο.
Η μητέρα του για να τον ηρεμήσει, του έφτιαξε τα χαρτιά του προκειμένου να έρθει στην Ελλάδα. Παρά το γεγονός ότι δεν είχε την οικονομική ανάγκη να δουλέψει μεροκάματο σε σκληρή δουλειά, αποφάσισε να μείνει στην χώρα μας για να νιώσει ασφάλεια. Μακάρι να μη του έχει συμβεί κάτι κακό…» κατέληξε ανήσυχος ο φίλος του.
«Ήταν κύριος και ευγενής…»
Ο Κώστας Χατζηνικολάου ιδιοκτήτης του σπιτιού που νοίκιαζε ο αγνοούμενος, μίλησε στο «Τούνελ». Τον γνώριζε αρκετά χρόνια και τον περιέγραψε σαν έναν άριστο ενοικιαστή, διακριτικό και ευγενικό άνθρωπο. Όπως είπε διατηρούσε τον χώρο πάντα νοικοκυρεμένο. Ο ίδιος δεν είναι αισιόδοξος πως ο Γρηγόρης θα επιστρέψει και φοβάται πως κάτι κακό του έχει συμβεί.
Γειτόνισσα που τον γνωρίζει υποστήριξε στο «Τούνελ» πως πριν από ενάμιση μήνα είδε κοντά στο σπίτι κάποιον που του μοιάζει καταπληκτικά. Η ίδια αρκετούς μήνες πριν είχε παρατηρήσει ένα παλιό μαύρο αυτοκίνητο μάρκας Όπελ Άστρα να πηγαίνει συχνά στη γειτονιά. Υποστήριξε πως είδε τον αγνοούμενο να βγαίνει από το στενό του σπιτιού του, να μπαίνει μέσα στο αμάξι και με τον οδηγό του να κατευθύνονται προς την κοντινή πλατεία.
«Φοβάμαι μήπως δεν βρω το παιδί μου ζωντανό…»
Με όση δύναμη της έχει απομείνει, η ηλικιωμένη μητέρα του Γρηγόρη, μίλησε στο «Τούνελ» για τις προσπάθειες της να τον βρει. «Πήγα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Γεωργίας για να δηλώσω την εξαφάνιση του και ζήτησα να ερευνήσουν και στην Γερμανία. Είχε έναν φίλο και παλιό του συμμαθητή εκεί, που έχει επιχειρήσεις και σκέφτηκα μήπως πήγε να τον βρει. Οι απαντήσεις όμως που πήρα τόσο από τις Γερμανικές όσο και από τις Ελληνικές Αρχές, ήταν αρνητικές», ανέφερε.
Η ταλαιπωρημένη μητέρα στη συνέχεια ζήτησε τη συνδρομή της Interpol. «Γνωρίζω ότι ο γιος μου δάνεισε χρήματα σε κάποιον. Όταν δεν του τα επέστρεψε, έγινε τσακωμός. Γι αυτό σκέφτομαι μήπως έχει γίνει κάτι και σκότωσαν το παιδί μου…», τόνισε με έναν κόμπο στο λαιμό.
Ανέφερε πως με τον Γρηγόρη είχαν συχνή τηλεφωνική επαφή. Το 2015 την είχε επισκεφθεί στην Γεωργία για έναν μήνα. Ξαναγύρισε όμως στην Ελλάδα γιατί περίμενε να του εγκριθεί άδεια διαμονής για μία δεκαετία, κάτι που ήταν σε γνώση του Γεωργιανού Πρέσβη και του δικηγόρου του. Τον περιέγραψε σαν έναν τίμιο και νοικοκύρη άνθρωπο, που ποτέ δεν θα επιχειρούσε να κάνει κάτι παράνομο.
«Ο γιος μου είχε μαζέψει περίπου 20.000 ευρώ και θέλω να μάθω αν αυτά τα χρήματα τα είχε στο σπίτι, σε λογαριασμό στην τράπεζα, ή αν κάποιος τα πήρε… Αν γινόταν άρση τηλεφωνικού απορρήτου, ίσως βρίσκαμε μια άκρη», είπε χαρακτηριστικά.
Η ίδια ταξίδεψε στην Ελλάδα με τον δικηγόρο της, αλλά όταν πήγαν στην αστυνομία απογοητεύτηκε. «Γνώριζαν για την εξαφάνιση, αλλά ο φάκελος της υπόθεσης του γιου μου ήταν καταχωνιασμένος στα συρτάρια τους. Τους ζήτησα να ελέγξουν τις τελευταίες κλήσεις στο τηλέφωνό του και μου είπαν να πάω στην Εισαγγελία και να ζητήσω να βγει βούλευμα για άρση τηλεφωνικού και τραπεζικού απορρήτου», τόνισε με έμφαση.
Η μητέρα του αναφέρθηκε και στην σχέση που διατηρούσε ο γιος της με μια παντρεμένη όπως έμαθαν μετά, γυναίκα. «Δεν γνωρίζω τίποτα γι αυτή την γυναίκα και φοβάμαι μήπως ο άντρας της έκανε κάτι κακό στο παιδί μου. Ζητάω συγνώμη που δεν μπορώ να κρατήσω τα δάκρυά μου. Δεν ξέρω αν θα τον βρω ζωντανό ή νεκρό. Είμαι μεγάλη γυναίκα πάνω από ογδόντα χρόνων, σας παρακαλώ να με βοηθήσετε…» κατέληξε με λυγμούς.
Πηγή: anikolouli.gr